της Νένας Μεϊμάρη

Μετάφραση από την αγγλική γλώσσα: Κωνσταντινίδου Χαρούλα

Το καλοκαίρι έφτασε στο τέλος του και σύντομα θα δούμε τα παιδιά και τους νέους της πόλης μας να μετέχουν σε διάφορες δραστηριότητες, μεταξύ άλλων, μελέτη για το σχολείο, μαθήματα ξένων γλωσσών, ιδιαίτερα μαθήματα ή φροντιστήρια, αθλήματα, μουσική. Το σημαντικό ερώτημα είναι το εξής: θα δούμε τα παιδιά και τους νέους μας να διαβάζουν για ψυχαγωγία με δική τους πρωτοβουλία; Θα διαλέξουν ένα βιβλίο της επιλογής τους για να το διαβάσουν μόνοι τους στον ελεύθερο χρόνο τους; Θα χρησιμοποιήσουν τη Δημοτική Βιβλιοθήκη; Και γιατί να το κάνουν αυτό; Υπάρχουν οφέλη; Θα κερδίσουν κάτι μ’ αυτή τη δραστηριότητα; Κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης συντελείται κάποια διαδικασία μάθησης; Είτε το πιστεύετε είτε όχι, υπάρχουν άνθρωποι σήμερα που θεωρούν ότι τέτοιου είδους δραστηριότητες είναι χάσιμο χρόνου. Ας εξετάσουμε τα δεδομένα που υπάρχουν και ας δούμε αν η ανάγνωση για ψυχαγωγία μπορεί να προσφέρει οτιδήποτε στα αγαπητά μας παιδιά.

Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι συγκεντρωτικό. Όλα τα σχολεία πρέπει να ακολουθούν και να εφαρμόζουν συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό απομνημόνευση και παρακολούθηση των μαθημάτων μέσω των σχολικών βιβλίων. Η μέθοδος της απομνημόνευσης χρησιμοποιήθηκε από πολλούς και αποτελεί έναν τρόπο μάθησης και αύξησης της γνώσης. Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος (1790), ένας άνθρωπος πολυμαθής, πολιτικός και συγγραφέας αφιέρωσε πολύ χρόνο βελτιώνοντας τη μνήμη του. Απομνημόνευε ποιήματα, πεζό λόγο και βασικές έννοιες εξασκώντας σε μεγάλο βαθμό τη συγκεκριμένη δεξιότητα. Νέες έρευνες, ωστόσο, δείχνουν ότι η απομνημόνευση είναι ένα από τα πολλά βήματα στην εκπαίδευση και οι αίθουσες δεν είναι το μοναδικό μέρος όπου κάποιος μπορεί να μάθει. Υπάρχουν αδιαμφισβήτητες αποδείξεις ότι η ανάγνωση για ψυχαγωγικούς λόγους έχει εκπαιδευτικά οφέλη, προωθεί την προσωπική ανάπτυξη και ενισχύει την ικανότητα ενός ατόμου στον γραπτό λόγο. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι η ανάγνωση βελτιώνει το λεξιλόγιο, τη γραμματική και λειτουργεί επικουρικά στα κοινωνικά και συναισθηματικά επίπεδα ενός ανθρώπου. Η ανάγνωση μας καθιστά περισσότερο εύστροφους και μας βοηθά να παίρνουμε πιο έξυπνες αποφάσεις για εμάς και για τους άλλους. Παρόλο που δεν φαίνεται να ενισχύει τον δείκτη νοημοσύνης (IQ) ενός ανθρώπου βοηθά το μυαλό μας να θυμάται πράγματα, διευρύνει τις γνώσεις μας και ενισχύει τα επίπεδα κατανόησής μας.

Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει από διάσημους γλωσσολόγους, η ανάγνωση είναι μία δραστηριότητα που απευθύνεται σε όλους. Ο NoamTsomsky (MIT, Βοστώνη), ο πατέρας της σύγχρονης γλωσσολογίας, αναφέρει ότι κάθε άνθρωπος γεννιέται με εγγενή γνώση της γραμματικής (innategrammar) που λειτουργεί ως βάση για την απόκτηση κάθε γλωσσικής δεξιότητας. Με άλλα λόγια, κάθε άνθρωπος διαθέτει ένα βασικό γλωσσικό ένστικτο, γι’ αυτό και η διαδικασία της μάθησης έτσι κι αλλιώς θα συντελεστεί.

Ο συνάδελφός του, StephenKrashen, από την Καλιφόρνια, επί μακρόν ερευνητής στον τομέα των παιδιών και της μάθησης, αναφέρει ότι αν εκθέσουμε τους μαθητές σε αυθεντική γλώσσα, την οποία αποκαλεί υπόθεση του γλωσσικού εισαγόμενου(inputhypothesis), θα μάθουν. Και μ’ αυτό εννοεί ότι αν τα παιδιά διαβάζουν βιβλία, αληθινές ιστορίες, αν ακούν τραγούδια και παίζουν παιχνίδια, συντελείται σοβαρή διαδικασία μάθησης. Αναφέρει μάλιστα ότι η διαδικασία της μάθησης θα συντελεστεί αν ο εκπαιδευτικός αναγνωρίσει το συγκεκριμένο πρόβλημα που πιθανόν να έχει ο μαθητής και το εξαλείψει, για παράδειγμα η έλλειψη βιβλίων στη ζωή ενός ατόμου. Χρόνια αργότερα, ο HowardGardner από το Χάρβαρντ αναφέρει ότι κάθε άνθρωπος μαθαίνει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους και όχι μόνο με την πνευματική ικανότητα. Ανακάλυψε 8 διαφορετικούς τρόπους μάθησης/νοημοσύνης: μουσική, διαπροσωπική, χωροταξική – οπτική, γλωσσική, ενδοπροσωπική, λογική-μαθηματική, σωματική-κιναισθητική και νατουραλιστική. Στις μέρες μας, η διεθνής κοινότητα της εκπαίδευσης δέχεται σε μεγάλο βαθμό τη θεωρία της πολλαπλής νοημοσύνης που ανέπτυξε ο Gardner.

Όταν υπάρχει σύνδεση μεταξύ της ανάγνωσης και της πραγματικής ζωής, συντελείται σημαντική διαδικασία μάθησης. Η συμμετοχή των γονέων είναι επίσης απαραίτητη στην ανάπτυξη δεξιοτήτων αλφαβητισμού. Αν μία μητέρα διαβάζει στο παιδί, η ανάπτυξη λεξιλογίου θα ξεκινήσει από νωρίς. Αν στο σπίτι ενός παιδιού υπάρχουν πολλά βιβλία, οι πιθανότητες είναι το παιδί να μάθει και να εξελίξει τη γλώσσα και να έχει καλές επιδόσεις στο σχολείο.

Στις ΗΠΑ, 60% και πλέον των οικογενειών με χαμηλό εισόδημα δεν έχουν παιδικά βιβλία στο σπίτι τους. Μία έρευνα στην Ολλανδία έδειξε ότι σε μη προνομιούχες ομάδες το περιβάλλον ανάγνωσης στο σπίτι είναι καθρέφτης της αναγνωστικής στάσης και συμπεριφοράς των μαθητών, γεγονός που τονίζει πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των γονέων στη διαδικασία μάθησης των παιδιών τους. Η Νέα Ζηλανδία είναι μία χώρα που έχει να επιδείξει διεθνείς έρευνες και ακαδημαϊκά επιτεύγματα μέσω προγραμμάτων ανάγνωσης για ψυχαγωγικούς λόγους. Παρακολουθήστε στο YouTube το 6λεπτο βίντεο με τίτλο Creating a Reading Culture – Windley School (Αγγλικά Νέας Ζηλανδίας) που αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα για το τι μπορεί να κάνει μία χώρα για την ανάγνωση. Η προοδευτική εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθούν και οι κατευθύνσεις τους τούς καθιστούν γνωστούς διεθνώς. Οι σχολικές βιβλιοθήκες τους είναι ευρέως γνωστές.

Στη Σκοτία έχουν ένα πρόγραμμα σε όλη τη χώρα που λέγεται BookWeek(Εβδομάδα Βιβλίου) κατά τη διάρκεια της οποίας διαβάζουν αληθινές ιστορίες, ανταλλάσσουν βιβλία και προωθούν την εκμάθηση νέου λεξιλογίου. Μπορείτε να παρακολουθήσετε προηγούμενες εβδομάδες βιβλίου στο YouTube.

Σύμφωνα με την UNESCO, η Ελλάδα έχει ποσοστό αλφαβητισμού ενηλίκων 96.5% αλλά σε άλλη έρευνα της ELINET (EuropeanLiteracyPolicyNetwork), το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εθνικών Οργανώσεων Αλφαβητισμού, ένα πρόγραμμα διάρκειας 2 ετών που στόχευε στη βελτίωση των πολιτικών αλφαβητισμού(literacypolicies) στα κράτη-μέλη της ΕΕ, έδειξε οι επιδόσεις των νέων της Ελλάδας ήταν σταθερά χαμηλότερες του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Η οικονομική κρίση, τα προβλήματα αναλφαβητισμού που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες και άλλα κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα έχουν άμεσο αντίκτυπο στις επιδόσεις της εκπαίδευσης. Επίσης ουσιαστικό ρόλο διαδραματίζουν ο αριθμός των βιβλίων που υπάρχουν στο σπίτι, η γονική εκπαίδευση, μία καλή και εξοπλισμένη Δημοτική Βιβλιοθήκη, οι σχολικές βιβλιοθήκες και μία διάχυτη έμφαση στην ανάγνωση.

Σύμφωνα με την UNESCO, «Πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερης κλίμακας – και πιο ουσιαστική – πολιτική δέσμευση για την εξάλειψη του αναλφαβητισμού». Είναι μία καλή αρχή αλλά δεν θα ήταν αρκετή. Μία συλλογική προσπάθεια (σε επίπεδο πόλης) και ατομική προσπάθεια (σε επίπεδο οικογένειας) θα μπορούσε να είναι το επόμενο βήμα. Ας διασφαλίσουμε ότι θα υπάρχει περιβάλλον ανάγνωσης στο σπίτι και στα σχολεία μας.

Ας διασφαλίσουμε ότι οι σχολικές βιβλιοθήκες είναι άρτια εξοπλισμένες με σύγχρονα βιβλία. Τα παιδιά λατρεύουν την ανάγνωση αν τους δώσουμε βιβλία. Ας βάλουμε σαν προτεραιότητα να έχουμε μία εξαιρετική Δημοτική Βιβλιοθήκη που θα λειτουργεί καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας (9 το πρωί με 9 το βράδυ) ώστε οι γονείς να μπορούν να την επισκεφθούν με τα παιδιά τους όποιο απόγευμα επιθυμούν.

Ας δημιουργήσουμε μία κουλτούρα αλφαβητισμού για να ισορροπήσουμε τον ψηφιακό αλφαβητισμό με τον παραδοσιακό τρόπο ανάγνωσης βιβλίων. Χρειαζόμαστε και τα δύο είδη αλφαβητισμού στη σύγχρονη κοινωνία. Πέρα απ’ όλα ας συνεργαστούμε στενά, μεθοδικά και ουσιαστικά για να δημιουργήσουμε κουλτούρα ανάγνωσης στο σπίτι μας, στα σχολεία μας, στην πόλη μας. Μόνο καλά θα φέρει στη ζωή μας.

 

Η Νένα Μεϊμάρη είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός με ειδίκευση στη μεθοδολογία διδασκαλίας της αγγλικής ως δεύτερης ξένης γλώσσας (Master’s in ESL–EFL).