Στα «προφίλ» στα social media στηρίχθηκαν δύο αποφάσεις Ειρηνοδικείων για την ένταξη και την απόρριψη οφειλετών στον νόµο Κατσέλη.

Σύμμαχος αλλά και εχθρός των διαδίκων µπορεί να αποδειχθούν τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης, αφού ό,τι «ανεβάζουµε» µένει και µπορεί είτε να χρησιµοποιηθεί για καλό είτε να γυρίσει µπούµερανγκ. Δύο πρόσφατες αποφάσεις Ειρηνοδικείων στηρίχθηκαν, µεταξύ άλλων, στις αναρτήσεις εκείνων που υπέβαλαν αίτηση για ένταξη στον νόµο Κατσέλη, εκδίδοντας για τον έναν θετική απόφαση και αρνητική για τη δεύτερη.

Ιδιαίτερη σηµασία έχει, όµως, το γεγονός ότι οι δικαστές έκαναν χρήση των µέσων κοινωνικής δικτύωσης, κρίνοντας ότι το «προφίλ» ενός ατόµου στο Facebook, όταν είναι δηµόσιο, παύει να έχει στοιχεία «ιδιωτικότητας» και πως ό,τι προβάλλεται µπορεί να χρησιµοποιηθεί ακόµη και εάν ο χρήστης δεν έχει δώσει τη συναίνεσή του.

 

Πρόσεχε τι… ανεβάζεις

Η περίπτωση γυναίκας η οποία διατηρούσε εµπορική επιχείρηση µε ρούχα και γυναικεία αξεσουάρ σε τουριστική περιοχή της Πελοποννήσου, διατηρώντας παράλληλα την ιδιότητα του δηµοσίου υπαλλήλου, είναι χαρακτηριστική για την προσοχή που πρέπει να δείχνουν οι χρήστες στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η προσφεύγουσα µε αίτησή της στο δικαστήριο υποστήριζε ότι παρουσιάζει αδυναµία αποπληρωµής των δανειακών της υποχρεώσεων και ζητούσε τη ρύθµιση των χρεών της από το δικαστήριο καθώς και τριετή περίοδο χάριτος. Οι τράπεζες, ωστόσο, δεν έµειναν µε σταυρωµένα τα χέρια και έψαξαν το «προφίλ» της, παρακινώντας µε αυτόν τον τρόπο και το δικαστήριο να επιβεβαιώσει τους ισχυρισµούς τους.

Ψάχνοντας τον λογαριασµό της προσφεύγουσας, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι αυτό ήταν δηµόσιο, δεν ήταν δηλαδή προσβάσιµο µόνο στους «φίλους», και πως σε αυτό διαφήµιζε την εµπορική επιχείρηση την οποία «έτρεχε» η ίδια, παρότι ήταν στο όνοµα του πρώην συζύγου της. Στις αναρτήσεις εµφανίζονταν τα εµπορεύµατα και οι προσφορές που γίνονταν ή οι εκπτώσεις.

Σύµφωνα µε το δικαστικό σκεπτικό, οι φωτογραφίες ή οι κινηµατογραφικές αναπαραστάσεις θεωρούνται ιδιωτικά έγγραφα τα οποία ως αποδεικτικά µέσα είναι απαράδεκτα όταν δεν δίνεται η συναίνεση των συµµετεχόντων σε αυτές. Το ίδιο συµβαίνει και µε τις αναρτήσεις όταν αυτές απευθύνονται µόνο στους «φίλους». Τι γίνεται, όµως, στην περίπτωση που το προφίλ είναι δηµόσιο;

«Οσο η ιδιωτική ζωή είναι απόρρητη είναι άξια προστασίας, όµως όταν έχει ευρέως δηµοσιοποιηθεί παύει να είναι άξια προστασίας από τον εν λόγω νόµο, ήτοι όταν τέτοια προσωπικά δεδοµένα του ατόµου είναι γνωστά σε ένα σχετικά µεγάλο αριθµό προσώπων ή µπορούν να γίνουν εύκολα αντιληπτά και θεωρούνται εξακριβωµένα, τότε δεν προσβάλλεται το δικαίωµα για πληροφορική αυτοδιάθεση και στην ιδιωτική ζωή.

Στην περίπτωση του µέσου κοινωνικής δικτύωσης Facebook, ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να προβεί σε ρυθµίσεις ιδιωτικότητας στο “προφίλ” του εάν επιθυµεί να περιορίσει τον κύκλο των προσώπων που έχουν πρόσβαση σε αυτό, στις φωτογραφίες του και γενικότερα στις αναρτήσεις του, δηλαδή να προβεί σε ρυθµίσεις περιορισµού πρόσβασης στις πληροφορίες του.

Ακόµη, όµως, έχει τη δυνατότητα να καταστήσει δηµόσια και ελεύθερα προσβάσιµα σε όλους (ακόµη και σε χρήστες του ∆ιαδικτύου που δεν έχουν λογαριασµό στο Facebook) τα στοιχεία αυτά µε την καταχώρισή τους στον εν λόγω ιστότοπο χωρίς ρυθµίσεις ασφαλείας. Πληροφορίες, όµως, οι οποίες αναρτώνται από το υποκείµενο των δεδοµένων σε δηµόσια πρόσβαση στο ∆ιαδίκτυο δεν συνιστούν προσωπικό δεδοµένο και δεν εµπίπτουν στις προστατευτικές διατάξεις του Ν. 2472/1997».

Για το δικαστήριο (υπ’ αριθµόν 9/2019 απόφαση) η προσφεύγουσα είχε και την ιδιότητα της εµπόρου. Συνεπώς, δεν µπορεί να υπαχθεί στις ρυθµίσεις για τα υπερχρεωµένα νοικοκυριά, καθώς ο νόµος απαγορεύει την ένταξη των εµπόρων στις προστατευτικές του διατάξεις.

 

«Δωρεάν μαθήματα»

Αντίθετα, το Ειρηνοδικείο του Πειραιά, µε την υπ’ αριθµόν 13/2019 απόφασή του, προχώρησε σε ρύθµιση των οφειλών του προσφεύγοντος, λαµβάνοντας υπόψη, µεταξύ άλλων, τη σελίδα του στο Facebook, αλλά και την ιστοσελίδα µε το φροντιστήριο που διατηρούσε, κρίνοντας ότι στις υπηρεσίες του προείχε ο διδακτικός χαρακτήρας, και όχι ο εµπορικός.

Διαβάστε τη συνέχεια στο ethnos.gr