Ο τραγουδιστής που αγαπήθηκε φανατικά και κατάφερε μοναδικά να μπει στις καρδιές και στα σπίτια των Ελλήνων.

«Το πρώτο μου τραγούδι σε δίσκο, το «Για μπάνιο πάω» του Καλδάρα, είχε ρεμπέτικο χρώμα. Ήταν από τα ελάχιστα λαϊκά τραγούδια με χορωδία. Γιατί τα μέλη της ορχήστρας ήταν καλλίφωνοι κι έπαιζαν τον ρόλο μιας μικρής χορωδίας. Ο δίσκος δεν πούλησε, εγώ απογοητεύτηκα και παραλίγο να κλείσει η πόρτα της Κολούμπια. Κάποιοι, μόλις μπήκα στο στούντιο, με είδαν με διαφορετικό μάτι. Ήταν αγριεμένη η φάτσα μου από τις ταλαιπωρίες της Ομόνοιας και των εργοστασίων και με έβλεπαν σαν μαγκάκι».

Ο Στέλιος Καζαντζίδης που γεννήθηκε σαν σήμερα στις 29 Αυγούστου του 1931 είχε περάσει από διάφορα, όχι εύκολα μονοπάτια μέχρι να φτάσει στη διαδρομή της δόξας και της καταξίωσης. Ανάμεσα στις πολυποίκιλες ιστορίες που δεν γνωρίζουν πολλοί, είναι πως η ηχογράφηση του πρώτου του τραγουδιού παραλίγο να αποδειχθεί μοιραία και του κοστίσει την καριέρα, που λίγο καιρό αργότερα έγινε σπουδαία.

Καλοκαίρι του 1952. Το πρώτο τραγούδι που ο καλλιτέχνης θα έμπαινε στο στούντιο έφερε την υπογραφή του Απόστολου Καλδάρα και είχε τίτλο «Για μπάνιο θα πάω». Όμως κανείς δεν περίμενε πως το συγκεκριμένο τραγούδι θα σημείωνε τέτοια αποτυχία, που παραλίγο να κοστίσει την καριέρα ενός από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές της Ελλάδας.

Και δυστυχώς δεν ήταν λίγες οι συνέπειες αυτής της αποτυχημένης πρώτης ηχογράφησης, αφού οι περισσότεροι δεν ήθελαν να ηχογραφήσει ξανά ο Καζαντζίδης. Ωστόσο η επιμονή του Γιάννη Παπαϊωάννου να ξαναδοκιμαστεί ο νεαρός -τότε- τραγουδιστής, αποδείχτηκε καθοριστική.

 

Η καθοριστική συμβουλή του Μανώλη Χιώτη προς τον νεαρό τραγουδιστή
Οι λόγοι της αποτυχίας του «Για μπάνιο πάω» δεν έγιναν ποτέ γνωστοί, ωστόσο αρκετοί ήταν εκείνοι που υποστήριξαν ότι ο «ελαφρύς» στίχος «για μπάνιο πάω κι αν θέλεις έλα, καλέ κοπέλα, καλέ κοπέλα» ή ο ίδιος ο Καζαντζίδης με το μουστάκι που έμοιαζε φωνητικά στον Πρόδρομο Τσαουσάκη, να ήταν ανάμεσα στις αιτίες που δεν πήγε καλά το τραγούδι.

Μετά από όλα αυτά ο Μανώλης Χιώτης τον συμβούλεψε να ξυρίσει το μουστάκι του αφού, αφενός η ομοιότητα με τον φτασμένο λαϊκό βάρδο Πρόδρομο Τσαουσάκη ήταν κάτι που δεν γινόταν αποδεκτό από το κοινό, αφετέρου του είπε πως έμοιαζε με βούρτσα.

Και ακολούθησε μια λαμπρή καριέρα
Μετά την αποτυχία του «Για μπάνιο πάω» ακολούθησε το τραγούδι «Βαλίτσες» ή «Δεν θέλω το κακό σου» του Γιάννη Παπαϊωάννου το οποίο σημείωσε τρομερή επιτυχία και ήταν η αρχή για την μεγαλειώδη καριέρα του μετέπειτα θρύλου Στέλιου Καζαντζίδη.

Από εκεί και πέρα ξεκίνησε μία σειρά επιτυχιών και συνεχής άνοδος, με εμφανίσεις σε γνωστά λαϊκά κέντρα της εποχής. Τότε έρχεται και η γνωριμία, ο αρραβώνας, αλλά και η συνεργασία με την Καίτη Γκρέυ, ως το καλοκαίρι του 1957. Σουξέ της εποχής, το «Απόψε φίλα με» του Μανόλη Χιώτη, ένα ντουέτο του Στέλιου Καζαντζίδη με την Καίτη Γκρέυ. Μετά από αυτό χώρισαν.

Η επόμενη οκταετία (1957-1965) είναι ίσως η πιο γόνιμη και δημιουργική περίοδος για τον Στέλιο Καζαντζίδη. Η γνωριμία του με τη Μαρινέλλα στη Θεσσαλονίκη εξελίχθηκε σε μια λαμπρή συνεργασία. Μαζί έκαναν μεγάλες επιτυχίες με κορυφαίους συνθέτες (Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Χιώτης, Καλδάρας, Παπαγιαννοπούλου, Βίρβος, Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Λεοντής, Ξαρχάκος, Λοΐζος, Μαρκόπουλος κ.ά.) και εμφανίστηκαν στα μεγαλύτερα λαϊκά κέντρα.

 

 

Πηγή:in.gr