φώτο αρχείου

Το «πράσινο φως» ανάβει γνωμοδότηση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου για να τεθούν στο αρχείο εκατοντάδες υποθέσεις δικαστικών απελάσεων αλλοδαπών μετά την εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα.

Η γνωμοδότηση, την οποία υπογράφει ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπος Βουρλιώτης, απαντά σε σχετικό ερώτημα που τέθηκε από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και, συγκεκριμένα, τη Διεύθυνση Αλλοδαπών.

Ο εισαγγελικός λειτουργός ξεκαθαρίζει στη γνωμοδότηση του ότι το άρθρο 74 του προηγούμενου Ποινικού Κώδικα το οποίο προέβλεπε τη δικαστική απέλαση αλλοδαπού καταργήθηκε.

Συνεπώς, οι αρμόδιοι εισαγγελικοί λειτουργοί-πλέον- επιβάλλεται να προβούν σε ανάκληση των αποφάσεων για δικαστική απέλαση που έχουν σταλεί στις αρμόδιες Διευθύνσεις της Αστυνομίας και να θέσουν τις υποθέσεις στο αρχείο, εκδίδοντας αιτιολογημένη διάταξη.

Ωστόσο, η απέλαση διατηρείται ως διοικητικό μέτρο όπως ισχύει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες στη περίπτωση που η παρουσία ενός αλλοδαπού θεωρείται ότι δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια τάξη.

Όπως τονίζει ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, βάση της αρχής του ευμενέστερου νόμου, «σαφώς προκύπτει ότι και η δικαστική απέλαση που έχει επιβληθεί από το δικαστήριο, είτε ως μέτρο ασφάλειας είτε ως παρεπόμενη ποινή, και ακολούθως πριν αυτή εκτελεστεί, καταργήθηκε ρητά δια νόμου η πρόβλεψη της, όπως στην περί ης πρόκειται περίπτωση, δεν μπορεί πλέον εκτελεστεί».

Παράλληλα, στη γνωμοδότηση τονίζεται ότι η παράνομη επάνοδος στη χώρα αλλοδαπού που είναι καταχωρημένος στον Εθνικό Κατάλογο Ανεπιθύμητων Αλλοδαπών εξακολουθεί να αποτελεί αξιόποινη πράξη, «καθόσον η καταχώρηση του αλλοδαπού στο συγκεκριμένο κατάλογο δεν στηρίζεται αποκλειστικά στην περί απελάσεως και απαγόρευσης εισόδου διάταξη της σχετικής δικαστικής απόφασης».

Ωστόσο, στη γνωμοδότηση, ξεκαθαρίζεται πως , ο χαρακτηρισμός «ανεπιθύμητος» για αλλοδαπό με μόνη την απόφαση ή τη διάταξη δικαστηρίου «είναι νομικά ανεπέρειστη, αφόρητα δυσμενής και δοκιμάζει τα όρια της συνταγματικής τάξης και των διεθνών συμβατικών υποχρεώσεων της χώρας, γεγονός που καταδεικνύει την αναγκαιότητα νομοθετικής παρέμβασης για τον επαναπροσδιορισμό των όρων και προϋποθέσεων διαγραφής από τον ανωτέρω κατάλογο».

 

Πηγή:newsit.gr