Η κυβέρνηση μελετά ήδη αλλαγές που αφορούν στην ενίσχυση των μεσαίων εισοδημάτων, με στόχο τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος και την ενίσχυση της φορολογικής δικαιοσύνης.

Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται η αναθεώρηση της φορολογικής κλίμακας των φυσικών προσώπων, καθώς ορισμένες από τις υφιστάμενες διατάξεις θεωρείται ότι λειτουργούν αποτρεπτικά για την ταχύτερη αύξηση των δηλωθέντων εισοδημάτων.

Ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έχει πρόσφατα δηλώσει ότι μετά το 2025 θα υπάρξουν «άλλες μόνιμες μειώσεις φόρων, και θα στρέψουμε την προσοχή μας στην περαιτέρω ανακούφιση της μεσαίας τάξης». Αυτή η παρέμβαση περνά μέσα από την αναθεώρηση της φορολογικής κλίμακας.

Η έλλειψη προσαρμογής της φορολογικής κλίμακας στις πληθωριστικές πιέσεις την τελευταία πενταετία ενίσχυσε και συνεχίζει να ενισχύει τις κοινωνικές ανισότητες και επιβαρύνει δυσανάλογα τη μεσαία τάξη. Το ελληνικό φορολογικό σύστημα χαρακτηρίζεται από σοβαρές στρεβλώσεις, οι οποίες επιδεινώνονται από τη μη αναθεώρηση της φορολογικής κλίμακας τα τελευταία πέντε χρόνια, παρά την αύξηση του πληθωρισμού.

Παράλληλα, η επιβολή υψηλών συντελεστών από σχετικά χαμηλά επίπεδα εισοδήματος, σε συνδυασμό με τη δυσανάλογη σύγκριση με τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, δημιουργεί ισχυρά αντικίνητρα για τη δήλωση εισοδημάτων και εντείνει τη φοροδιαφυγή.

Η συζήτηση για τη φορολογία εισοδήματος αναζωπυρώνεται, καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες εξετάζουν νέες προσεγγίσεις για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, με στόχο να κατανέμονται οι φορολογικές επιβαρύνσεις πιο δίκαια.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να παραβλέψει αυτές τις εξελίξεις, ειδικά καθώς οι πιέσεις για τη μεταρρύθμιση του συστήματος εντείνονται. Η προοπτική ενός συστήματος που θα επιτρέπει τη συγκέντρωση εσόδων μέσα από οριακούς συντελεστές στα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια φαίνεται να αποτελεί πιο αποδοτική προσέγγιση, σύμφωνα με διεθνείς οικονομικές μελέτες. Το βασικό επιχείρημα είναι ότι η επιβολή υπερβολικά υψηλών συντελεστών στα ανώτερα εισοδήματα οδηγεί σε μειωμένα κίνητρα για υψηλότερη παραγωγικότητα, χωρίς ουσιαστική αύξηση των συνολικών εσόδων.

Σε αυτό το πλαίσιο, η αναδιαμόρφωση της φορολογικής πολιτικής, με στόχο τη δικαιότερη και αποδοτικότερη κατανομή των βαρών, αναδεικνύεται ως προτεραιότητα για τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και την ενίσχυση της οικονομικής βιωσιμότητας.

Η αμετάβλητη φορολογική κλίμακα από το 2020, σε συνδυασμό με τις αυξήσεις μισθών λόγω του μεγάλου πληθωρισμού, οδήγησε σε σημαντική επιβάρυνση των φορολογούμενων. Ενδεικτικά παραδείγματα αναδεικνύουν το πρόβλημα:

1. Το 2020, ένας εργαζόμενος με ετήσιο εισόδημα 16.000 ευρώ πλήρωσε φόρο 1.523 ευρώ. Μέχρι το 2023, το εισόδημά του αυξήθηκε στα 18.000 ευρώ, όμως ο φόρος του εκτοξεύθηκε στα 2.003 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 480 ευρώ (+31,5%). Παρότι το εισόδημά του αυξήθηκε κατά 2.000 ευρώ, σχεδόν το 25% αυτής της αύξησης απορροφήθηκε από τη φορολογία.

2. Μια οικογένεια με ετήσιο εισόδημα 40.000 ευρώ πλήρωσε το 2020 φόρο 9.160 ευρώ. Το 2023, το εισόδημά τους αυξήθηκε στα 45.000 ευρώ, αλλά η φορολογική τους επιβάρυνση ανέβηκε στα 11.460 ευρώ, με αύξηση 2.300 ευρώ (+25%). Παρότι το εισόδημά τους αυξήθηκε κατά 5.000 ευρώ, σχεδόν το μισό ποσό απορροφήθηκε από την εφορία.

3. Ένας ελεύθερος επαγγελματίας με εισόδημα 50.000 ευρώ το 2020 πλήρωσε φόρο 13.883 ευρώ. Το 2023, με εισόδημα 55.000 ευρώ, ο φόρος αυξήθηκε στα 16.100 ευρώ, σημειώνοντας άνοδο 2.217 ευρώ (+16%). Παρότι η αύξηση του εισοδήματος ήταν 5.000 ευρώ, σχεδόν το 45% αυτού κατέληξε σε φόρους.

 

 

Πηγή:dnews