Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Ο γιατρός του νοσοκομείου, εκτός από εξαιρετικός επιστήμονας ήταν και εξαιρετικός άνθρωπος.Βοηθούσε με κάθε τρόπο όσους είχαν ανάγκη. Είχε όμως ένα μεγάλο πρόβλημα.Πολλοί ασθενείς του, μετά την αποκατάσταση της υγείας τους και την αποχώρηση από το νοσοκομείο, από ευγνωμοσύνη ήθελαν να του κάνουν ένα δώρο.
Πολύ ανθρώπινο και αυθόρμητο.
Ο γιατρός όμως ήταν κατηγορηματικός. Όχι φακελάκι. Όχι χρήματα.
Το πολύ-πολύ, ίσως λίγα λουλούδια ή ένα κουτί σοκολατάκια.
Μια μέρα, ένας ασθενής του, πολύ χαρούμενος και υποχρεωμένος,τη μέρα που πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο, σκέφτηκε να δώσει στον γιατρό χρήματα, χωρίς να το καταλάβει ο γιατρός, γιατί ήξερε ότι δεν θα τα δεχόταν.
Αγόρασε λοιπόν ένα κουτί βελγικά σοκολατάκια πολυτελείας, τα καλύτερα και τα πιο ακριβά. Και στο κάτω μέρος, στον πάτο του κουτιού έκρυψε με επιμέλεια να μη φαίνονται 2.000 ευρώ.
Δέκα χαρτονομίσματα των διακοσίων.
Και πήγε έδωσε το κουτί στον γιατρό.
Τη μέρα εκείνη ο γιατρός δέχτηκε άλλα τρία κουτιά με σοκολατάκια από άλλους ασθενείς του. Όταν σχόλασε απ’ την εφημερία στο νοσοκομείο, πήρε τα τέσσερα κουτιά και τα έδωσε στον κυρ Τάσο, που είχε μινι-μάρκετ στη γειτονιά του, και του είπε,
- Κυρ-Τάσο, έχω βαρεθεί να μου φέρνουν σοκολατάκια.Παρ’ τα αυτά τα κουτιά, και κάνε τα ό,τι θέλεις.Χάρισε τα… πούλησε τα… ότι νομίζεις…
Στην ίδια γειτονιά ζούσε ο κυρ Βασίλης, που ήταν συνταξιούχος του ΟΓΑ. Έπαιρνε μια πολύ μικρή σύνταξη, που έφτανε–δεν έφτανε για να πληρώνει τα φάρμακα και τους λογαριασμούς.
Ήταν παραμονή πρωτοχρονιάς.Την άλλη μέρα γιόρταζε.
Πήγε λοιπόν στο μίνι μάρκετ του κυρ-Τάσου για να πάρει κάτι να έχει να κεράσει στη γιορτή του.
Διάλεξε ένα κουτί με σοκολατάκια, το πιο φτηνό.
Τα λεφτά του δεν έφταναν για κάτι πιο ακριβό.
Ο κυρ Τάσος, όμως, είχε άλλη γνώμη, και του είπε,
- Κυρ-Βασίλη, αύριο είναι πρωτοχρονιά και γιορτάζεις, του Αγίου Βασιλείου – μεγάλη η χάρη του.Επίτρεψε μου να σου κάνω ένα δώρο.
Και του έδωσε το πιο ακριβό πακέτο με τα βελγικά σοκολατάκια πολυτελείας. Εκείνο που του είχε φέρει ο γιατρός.
Την άλλη μέρα ο κυρ Βασίλης αφού κέρασε στη γιορτή του όλους τους επισκέπτες και άδειασε το κουτί με τα σοκολατάκια, με μεγάλη έκπληξη παρατήρησε στον πάτο του κουτιού μια δεσμίδα κολλαριστά 10 χαρτονομίσματα των 200 ευρώ!
Δεν πίστευε στα μάτια του!
Δεν ήξερε τι να κάνει…
Πρώτη φορά έπιανε στα χέρια του χαρτονόμισμα των 200 ευρώ…
Πήγε στον κυρ Τάσο στο μίνι μάρκετ και του είπε τι συνέβη, αλλά κι ο κυρ-Τάσος δεν ήξερε τι να πει, πώς να το εξηγήσει…
Έβαλε τα χαρτονομίσματα στο μηχάνημα ελέγχου γνησιότητας και διαπίστωσε ότι ήταν 100% γνήσια!
Στο τέλος ο κυρ-Τάσος του είπε:
- Κυρ Βασίλη, χαλάλι σου. Χρονιάρες μέρες έχουμε.Φαίνεται ότι ο Αη Βασίλης δεν φέρνει δώρα μόνο στα μικρά παιδιά, αλλά καμιά φορά φέρνει και στους μεγάλους.
Σε σένα έφερε αυτά τα σοκολατάκια. Ήταν το τυχερό σου. Να είσαι καλά. Γερός και πολύχρονος!
Από εκείνη τη μέρα ο κυρ Τάσος έλεγχε με προσοχή όλα τα κουτιά με τα σοκολατάκια, όποτε του έφερνε καμιά φορά ο γιατρός…
Κι ο κυρ Βασίλης πείστηκε ότι, τελικά, ο συνονόματος του Αη-Βασίλης υπάρχει πραγματικά.
Κι ότι έχει αδυναμία στα σοκολατάκια πολυτελείας…