Το βράδυ της Τρίτης ο νυχτερινός ουρανός φωτίστηκε στιγμιαία από άκρο σε άκρο της Ελλάδας

Από τη Σαντορίνη μέχρι την Αττική, και από τη Θεσσαλία έως τον Έβρο, στις 21 Σεπτεμβρίου ο ουρανός φωτίστηκε εξαιτίας ενός σπάνιου φαινομένου. Το φαινόμενο κράτησε όσο μας παίρνει να πάρουμε μια βαθιά ανάσα.

«Ένα τέτοιο γεγονός ήταν το μεγάλο μετέωρο που εμπίπτει στην κατηγορία των φαινομένων «fireball» (σ.σ φωτόμπαλα). Είναι ένα γεγονός σπάνιο και επιστημονικά ενδιαφέρον», εξήγησε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ ο επίκουρος καθηγητής ορυκτολογίας-πετρολογίας, Ιωάννης Μπαζιώτης.

Φωτοβόμβες από κοσμικό υλικό
Όπως εξηγεί ερωτηθείς για την αιτία που προκάλεσε το τόσο εντυπωσιακό «φως» στον ουρανό «η πλειονότητα του υλικού που περνά την ατμόσφαιρα της γης είναι μικροσκοπικοί κόκκοι, μικρότεροι του ενός χιλιοστού, που καίγονται σε ύψος μεγαλύτερο των 70 χιλιομέτρων. Ωστόσο, τα μεγαλύτερα σε μέγεθος σώματα, συνοδεύονται από την παραγωγή δυνατού φωτός, έχοντας φωτεινότητα μεγαλύτερη από την αντίστοιχη που έχει ο πλανήτης Αφροδίτη στο μέγιστο της φωτεινότητάς της».

Σχετικά με το πόσο σπάνιο είναι το συγκεκριμένο φαινόμενο εξήγησε ότι «Αντίστοιχα γεγονότα έχουν εμφανιστεί στο παρελθόν σε διάφορες περιοχές του πλανήτη μας. Αξιοσημείωτο είναι αυτό που συνδέεται με τον τραυματισμό περισσότερων των 1.000 ανθρώπων, και έλαβε χώρα στη Ρωσία, στις 15 Φεβρουαρίου 2013. Τότε, ένας μικρός αστεροειδής εκτιμώμενης διαμέτρου 17 μέτρων εισήλθε στην ατμόσφαιρα της Γης με την απίστευτη ταχύτητα των περίπου 20 χιλιομέτρων ανά δευτερόλεπτο».

Στο συγκεκριμένο συμβάν της Ρωσίας, όπως εξηγεί ο καθηγητής, το βραχώδες σώμα από το διάστημα, άρχισε να «σπάει» σε κομμάτια σε ύψος 19 έως 24 χιλιομέτρων, και κατέπεσε βόρεια της περιοχής Τσελιάμπινσκ και η ενέργεια που συνόδεψε την πτώση του ήταν υψηλότατη.

«Το μεγαλύτερο από τα κομμάτια που ανακτήθηκαν είχε βάρος λίγο μεγαλύτερο από 650 κιλά και ανασύρθηκε από τη λίμνη Σεμπαρκούλ. Η συνολική ενέργεια που απορροφήθηκε από την ατμόσφαιρα κατά την είσοδο του μετεώρου, ισοδυναμούσε με περίπου 470 κιλοτόνους ΤΝΤ, όντας κατά μέσο όρο 30 φορές μεγαλύτερη από εκείνη που εκλύθηκε κατά την έκρηξη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα» σημειώνει.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, εξηγεί πως υπάρχει μόνο μία περίπτωση επιβεβαιωμένης ανάκτησης μετεωρίτη, τον Ιούνιο του 1818, στην περιοχή των Σερρών. Το δείγμα αυτό, που ονομάστηκε Seres, εκτίθεται στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης στην Αυστρία.

Η ιχνηλάτιση μετεώρων
«Όπως γίνεται αντιληπτό, πάντα έπεφταν αστεροειδείς διαφορετικών μεγεθών και το ίδιο θα συνεχίσει να γίνεται και στο μέλλον. Η προσπάθεια ιχνηλάτησης της πορείας εισόδου τέτοιων σωμάτων, μέχρι την πτώση τους στην επιφάνεια της γης και η πιθανή επιβίωσή τους από την πρόσκρουση γίνεται σήμερα δυνατή μέσω της τεχνολογίας» λέει ο κ. Μπαζιώτης.

Από το 2016 έχει αναπτυχθεί ένα Διεθνές δίκτυο ιχνηλάτησης μετεώρων -το FRIPON (Fireball Recovery and Interplanetary Observation Network)- που έχει φθάσει σήμερα να αριθμεί τη συμμετοχή 10 ευρωπαϊκών χωρών σύμφωνα με τον καθηγητή.

«Η ανάκτηση των μετεωριτών από την επιφάνεια της Γης, είναι το επόμενο βήμα της ιχνηλάτησης εκείνων των μετεώρων που διασώθηκαν μερικώς, και εκείνο που μας βοηθά να κοιτάξουμε με μεγάλη λεπτομέρεια τα μητρικά τους σώματα (τους αστεροειδείς, τα πλανητοειδή, τους πλανήτες) που εισέβαλαν βιαίως στην ατμόσφαιρα της Γης», τονίζει.

Τα μάτια στραμμένα στον ουρανό
«Μέχρι τη στιγμή που θα στήσουμε στην Ελλάδα ένα δίκτυο ιχνηλάτησης μετεώρων, η βοήθεια του καθημερινού ανθρώπου είναι κάτι παραπάνω από σημαντική. Αν πιστεύετε ότι είδατε ένα μεγάλο μετέωρο, αντίστοιχο με αυτό της 21ης Σεπτεμβρίου 2021, τότε μπορείτε να το αναφέρετε στην ιστοσελίδα της International Meteor Organization» σημειώνει ο κ. Μπαζιώτης καλώντας κάθε παρατηρητή να έρθει και σε προσωπική επαφή με τον ίδιο και την ομάδα του.

Όσοι ενδιαφέρονται για τον τομέα, στο πλαίσιο της Agri Innovation Expo (1η έκθεσης Έκθεση Έρευνας, Καινοτομίας & Μεταφοράς Τεχνολογίας) του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, και στο διάστημα 28-30 Σεπτεμβρίου 2021, το εργαστήριο Ορυκτολογίας-Γεωλογίας, «θα δώσει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να δει εξοπλισμό τηλεπισκόπησης και χαρτογράφησης, να θαυμάσει και να αγγίξει εκπληκτικής ομορφιάς μετεωρίτες ηλικίας 4,5 δισεκατομμυρίων ετών», και να ευαισθητοποιηθεί σε θέματα σχετικά με τους «αμελητέους, αλλά υπαρκτούς κινδύνους που μπορούν να προκληθούν από μία πιθανή πρόσκρουση ενός αστεροειδούς στη γη».

 

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ