Του Γ. Τεκίδη

Κατώτερο και πέρα από κάθε προσδοκία του δημοκρατικού και αριστερού κόσμου, το απογοητευτικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών για τον Σύριζα. Και είναι γενική παραδοχή, ότι ούτε και ο πλέον υποψιασμένος θα περίμενε το βράδυ της Κυριακής κάτι ανάλογο.

Το κλίμα των τελευταίων προεκλογικών ημερών, η μεγάλη προσπάθεια ανάταξης που προσωπικά ανέλαβε ο πρωθυπουργός με τις ανά την επικράτεια περιοδείες του, αλλά και η ζεστή και μαζική ανταπόκριση του κόσμου, έδιναν άλλη εικόνα, άλλες εντυπώσεις και σίγουρα δημιουργούσαν κλίμα αισιοδοξίας για μια καλή εκλογική επίδοση. Όχι πως ήταν εύκολη αυτή η εκλογική μάχη, αν και αφορούσε τα πεπραγμένα και το μέλλον της ΕΕ, αφού έτσι κι αλλιώς και στις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και εδώ άλλο είναι το πολιτικό διακύβευμα και μάλιστα άμεσα συνδεδεμένο με τις εγχώριες πολιτικές εξελίξεις.

Αυτή η κυβέρνηση και αυτός ο πρωθυπουργός, όσα και να τους καταλογίσει κάποιος, όση κριτική και σκληρή να τους ασκήσει, δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει, να μην αποδεκτή ότι τα τέσσερα αυτά χρόνια που βρίσκεται στο πηδάλιο της χώρας πέρασε δυσκολίες και φουρτούνες δυσανάλογες των δυνατοτήτων  και της αντοχής της, εκβιαζόμενη και λοιδορούμενη από δανειστές και πολυπράγμονες Ευρωπαίους παράγοντες μαζί με αυτούς του ΔΝΤ, στην προσπάθειά της να σώσει τα άσωτα.

Σαν να μην έφταναν οι παραπάνω, ακολουθούσε δεύτερος γύρος επιθέσεων και καταστροφολογίας από την εγχώρια τρόικα, την στηριζόμενη αφειδώς από μια στρατιά μαύρων κονδυλοφόρων της εγκάθετης δημοσιογραφίας  έντυπης και ηλεκτρονικής που έταξε σκοπό της ύπαρξης της την καταρράκωση ακόμη και την εξαφάνιση του Σύριζα και του Τσίπρα. Να μην λησμονούμε ότι στη νεώτερη πολιτική ιστορία του τόπου μας, κυβέρνηση και πρωθυπουργός δεν έγιναν ποτέ στόχος τόσο λυσσαλέων, ανερμάτιστων και πικρόχολων επιθέσεων διανθισμένων με κάθε λογής ψέματα, με απερίγραπτη κακοποίηση της αλήθειας, με μαζική παραγωγή fake news και δολοφονίες χαρακτήρων. Τόση εμπάθεια και με τέτοια πολιτική λωποδυσία δεν είχε αντιμετωπιστεί ούτε ο αείμνηστος Α. Παπανδρέου τον καιρό που θεωρούνταν από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ως «η αριστερά της αριστεράς».

Κι όμως κόντρα σε αυτή την κόλαση, η χώρα χάρη στις προσπάθειες και τον αγώνα αυτής της κυβέρνησης ξαναβρίσκει το βηματισμό της κανονικότητας, τα καταπιεσμένα από τα χρόνια της άγριας λιτότητας λαϊκά στρώματα βρίσκουν ελπίδα και απαντοχή στο ξαναστημένο στα πόδια του κοινωνικό κράτος, βρίσκουν βοήθεια οικονομική με τα θεσμοθετημένα μέτρα, μικρή μεν και στο πλαίσιο της κρατικής δημοσιονομικής αντοχής, αλλά βοήθεια δε. Η οικονομία αργά αλλά σταθερά ξαναμπαίνει στις ράγες της ανάπτυξης, κατά γενική ομολογία και του ξένου παράγοντα. Η ανεργία μειώθηκε από το 27 τοις εκατό που την άφησαν οι Σαμαροβενιζέλοι στο 18 τοις εκατό. Πρόσφατα ψηφίστηκαν και μια σειρά νέων μέτρων, από την λεγόμενη 13η σύνταξη, μέχρι και την μείωση του ΦΠΑ  σε τρόφιμα και ενέργεια.

Δεν είναι δυνατόν να μην κατανοεί κάποιος ότι αυτή η κυβέρνηση νοιάζεται και πορεύεται με πυξίδα τα προβλήματα και τις ανάγκες των πολλών, κόντρα στα ποικιλώνυμα συμφέροντα και τις αρπαχτές της ντόπιας ολιγαρχίας. Αυτής της ολιγαρχίας της συνδεδεμένης και προστατευόμενης από την ΝΔ του Μητσοτάκη, τα συμφέροντα της οποίας ποτέ δεν έκρυψε ότι είναι ταγμένος να εξυπηρετεί.

Σε αντίθεση με τον φιλολαϊκό προσανατολισμό και την κυβερνητική δράση προς ανακούφιση  εργαζομένων και ανέργων, ο Μητσοτάκης παρουσιάζοντας πλευρές του προγράμματος του, φωτογράφισε ένα εργασιακό και κοινωνικό μεσαίωνα με περικοπές δαπανών για την δημόσια υγεία και παιδεία, με επταήμερη εργασία και κατάργηση ουσιαστικά του οχτάωρου, φοροελαφρύνσεις που θα αφορούν το κρατικοδίαιτο ως συνήθως κεφάλαιο, στο όνομα των επενδύσεων που ποτέ δεν κάνουν, κι όταν τις κάνουν έχουν πάντα την εγγύηση του δημοσίου, την κατάργηση της απλής αναλογικής, την ακύρωση των όποιων θετικών μέτρων στήριξης των αναξιοπαθούντων που σήμερα βρίσκονται σε ισχύ.

Εύλογη, λοιπόν η απορία, ακόμη και το δίκαιο παράπονο του κάθε δημοκράτη, κάθε αριστερού προοδευτικού πολίτη, για το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα. Να ξέχασε άραγε ο λαός μας ποιος βύθισε την χώρα στην καταστροφή και την ανυποληψία τα αμέσως προηγούμενα χρόνια; Κι αν δεν ξέχασε τι σημαίνει νεοφιλελευθερισμός και δεξιά, τότε πως γίνεται και τον επιβραβεύει κι από πάνω;

Πέρα από τα παραπάνω αυτό που χρειάζεται ο Σύριζα και η κυβέρνηση έστω στα αποπνικτικά χρονικά περιθώρια που απομένουν μέχρι τις εθνικές εκλογές, να αποκωδικοποιήσει όσο είναι δυνατόν το μήνυμα της τελευταίας κάλπης, να ξαναδεί πλευρές της πολιτικής της συμπεριφοράς, των προτεραιοτήτων της, το επικοινωνιακό της έλλειμμα και προπάντων την στοίχιση των κομματικών της δυνάμεων πίσω από την γενναία και ακάματη δράση του πρωθυπουργού και λίγων συνεργατών του.

Γιατί πασίδηλη υπήρξε η αδυναμία και απουσία του μεγαλύτερου μέρους των κομματικών δυνάμεων στις κρίσιμες προεκλογικές μέρες, επαφιόμενο μάλλον στις δυνατότητες και το ηγετικό χάρισμα του προέδρου του. Μόνο που ένας κούκος ποτέ δεν φέρνει την άνοιξη. Εκτός κι αν το κόμμα λείπει ταξίδι για δουλειές για να θυμηθούμε και την ομότιτλη ταινία του διακεκριμένου Γιουγκοσλάβου σκηνοθέτη Εμ. Κουστουρίτσα, στην οποία ο μπαμπάς ήταν αυτός που έλλειπε για δουλειές, αφηγούμενος κομμάτι της Σταλινικής περιόδου στη χώρα του.