Αναρτήθηκε στον ιστότοπο της Βουλής η έκθεση της επιστημονικής υπηρεσίας για τη δυνατότητα άσκησης του εκλογικού δικαιώματος με επιστολική ψήφο για όλους τους πολίτες, εντός και εκτός Επικράτειας.

Η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής, τοποθετείται επί του σχεδίου νόμου για τη δυνατότητα άσκησης του εκλογικού δικαιώματος με επιστολική ψήφο για όλους τους πολίτες, εντός και εκτός Επικράτειας, αποκλειστικά ως προς τις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ως προς τη διεξαγωγή εθνικού δημοψηφίσματος.

Όπως διευκρινίζεται, «η επιστολική ψήφος υπηρετεί την αρχή της καθολικότητας και μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με την αρχή της ταυτόχρονης διεξαγωγής των εκλογών, εφόσον όμως η άσκηση της βούλησης του εκλογέα τελεί σε χρονική εγγύτητα με την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών.

Υπ’ αυτή την έννοια, η νομοθετική ρύθμιση για χρήση της επιστολικής ψήφου, εντός της Επικράτειας, είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, εφόσον πάντως υπάρχει η οικεία χρονική εγγύτητα προς την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών και διασφαλίζεται, κατά τα λοιπά, η μυστικότητα της ψήφου, και η εγκυρότητα της διαδικασίας», αναφέρει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής.

Δεδομένου ότι η απαίτηση χρονικής εγγύτητας συναρτάται, τόσο με την ελεύθερη διαμόρφωση της πολιτικής βούλησης, στο πλαίσιο των ειδικών εγγυήσεων της προεκλογικής περιόδου, (άρθρο 29 παρ. 2 του Συντάγματος) όσο και με το αδιαίρετο του εκλογικού σώματος, η Επιστημονική Υπηρεσία αναφέρει ότι ανακύπτει το ζήτημα αν το χρονικό σημείο των είκοσι πέντε (25) ημερών πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών, από το οποίο ο εκλογέας μπορεί να αποστείλει την επιστολική του ψήφο, όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των άρθρων 4, 11 και 14 του νομοσχεδίου, είναι, υπό τα σημερινά δεδομένα της ταχυδρομικής επικοινωνίας, όντως συμβατό με την αρχή της ταυτόχρονης διενέργειας των εκλογών εντός της Επικράτειας.

Η επιστημονική υπηρεσία επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι:

Η ψηφοφορία με επιστολική ψήφο προβλέπεται ρητά, ως δυνατότητα, στην Πράξη του Συμβουλίου «περί εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία». Σε αυτήν ορίζεται ότι τα κράτη μέλη «μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα για ψηφοφορία εκ των προτέρων, δι’ αλληλογραφίας, αλλά και με ηλεκτρονικά και διαδικτυακά μέσα, στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στην περίπτωση αυτή, θεσπίζουν μέτρα επαρκή ώστε να διασφαλίζονται ιδίως η αξιοπιστία του αποτελέσματος, ο μυστικός χαρακτήρας της ψηφοφορίας και η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο της Ένωσης».

Η επιστολική ψήφος αναφέρεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 51 του Συντάγματος. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι «[ο]ι βουλευτικές εκλογές διενεργούνται ταυτόχρονα σε ολόκληρη την Επικράτεια. Νόμος που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών μπορεί να ορίζει τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς που βρίσκονται έξω από την Επικράτεια.

Ως προς τους εκλογείς αυτούς η αρχή της ταυτόχρονης διενέργειας των εκλογών δεν κωλύει την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος με επιστολική ψήφο ή άλλο πρόσφορο μέσο, εφόσον η καταμέτρηση και η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων διενεργείται όποτε αυτό γίνεται και σε ολόκληρη την Επικράτεια».

Ψηφοφορία με επιστολική ψήφο προβλέπεται ρητά, ως δυνατότητα, στην Πράξη του Συμβουλίου σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα για ψηφοφορία εκ των προτέρων, δι’ αλληλογραφίας, αλλά και με ηλεκτρονικά και διαδικτυακά μέσα, στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στην περίπτωση αυτή, θεσπίζουν μέτρα επαρκή ώστε να διασφαλίζονται ιδίως η αξιοπιστία του αποτελέσματος, ο μυστικός χαρακτήρας της ψηφοφορίας και η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο της Ένωσης.

Η αρχή της ταυτόχρονης διεξαγωγής της ψηφοφορίας, αποτελεί συνταγματική εγγύηση ελεύθερης και ανόθευτης διαμόρφωσης και εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης, εκφράζει την ενότητα και τον αδιαίρετο χαρακτήρα του εκλογικού σώματος.
Η επιστολική ψήφος υπηρετεί την αρχή της καθολικότητας και μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με την αρχή της ταυτόχρονης διεξαγωγής των εκλογών, εφόσον όμως η άσκηση της βούλησης του εκλογέα τελεί σε χρονική εγγύτητα με την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών.

Υπ’ αυτή την έννοια, η νομοθετική ρύθμιση για χρήση της επιστολικής ψήφου εντός της Επικράτειας είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, εφόσον πάντως υπάρχει η οικεία χρονική εγγύτητα προς την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών και διασφαλίζεται, κατά τα λοιπά, η μυστικότητα της ψήφου, και η εγκυρότητα της διαδικασίας.

Η απαίτηση χρονικής εγγύτητας συναρτάται, εξ άλλου, τόσο με την ελεύθερη διαμόρφωση της πολιτικής βούλησης (στο πλαίσιο των ειδικών εγγυήσεων της προεκλογικής περιόδου, βλ. άρθρο 29 παρ. 2 του Συντάγματος) όσο και με το αδιαίρετο του εκλογικού σώματος.

Κατά τούτο, ανακύπτει το ζήτημα αν το χρονικό σημείο των είκοσι πέντε (25) ημερών πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών, από το οποίο ο εκλογέας μπορεί να αποστείλει την επιστολική του ψήφο, όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των άρθρων 4, 11 και 14 του νομοσχεδίου, είναι, υπό τα σημερινά δεδομένα της ταχυδρομικής επικοινωνίας, όντως συμβατό με την αρχή της ταυτόχρονης διενέργειας των εκλογών εντός της Επικράτειας.

Παραμένει ως ερώτημα αν, όσον αφορά τις εκλογές για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και το εθνικό δημοψήφισμα, απαιτείται η αυξημένη πλειοψηφία που τάσσει το Σύνταγμα (άρθρο 51 παρ. 4 εδάφιο β΄ σε συνδυασμό με το εδάφιο γ΄).

Ορθότερο φαίνεται ότι η εν λόγω ειδική ρύθμιση συνιστά τεχνική λήψης απόφασης που, ως απόκλιση από τον κανόνα της λήψης αποφάσεων με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών (άρθρο 67 του Συντάγματος), ερμηνεύεται στενά, δηλαδή κατά το γράμμα της διάταξης («βουλευτικές εκλογές»).

Η εξακρίβωση της ταυτότητας του εκλογέα αποτελεί κρίσιμη παράμετρο προς διασφάλιση της εγκυρότητας της διαδικασίας, της μυστικότητας της ψήφου και, εν τέλει, της ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης, αρχές που, αυτονοήτως, διέπουν τη διαδικασία εντός και εκτός της Επικράτειας.

Υπό το φως των ανωτέρω, δημιουργείται προβληματισμός ως προς τη δυνατότητα εξουσιοδότησης τρίτου προσώπου για την παραλαβή και αποστολή του φακέλου.

Η ευθύνη του αναδόχου ή των αναδόχων παροχής ταχυδρομικών ή ταχυμεταφορικών υπηρεσιών ως προς την εξακρίβωση της ταυτότητας του εκλογέα πρέπει να ισχύει ακέραια τόσο για την παραλαβή όσο και για την αποστολή του φακέλου, για τους εκλογείς εντός και εκτός της Επικράτειας.

Ως εκ τούτου, δημιουργείται προβληματισμός ως προς τη διαφορετική αντιμετώπιση της ευθύνης του αναδόχου για τις περιπτώσεις παραλαβής και αποστολής του φακέλου (άρθρο 11 παρ. και 13 παρ.5), αλλά και για τις αποστολές εκλογικών φακέλων εκτός της Επικράτειας (άρθρο 13 παρ. 5).

 

Πηγή:dnews.gr