Χωρίς χαυλιόδοντες: Πώς η λαθροθηρία άλλαξε την εξελικτική πορεία των ελεφάντων
Το ανελέητο κυνήγι ελεφάντων στη Μοζαμβίκη αύξησε την αναλογία των ζώων που δεν αναπτύσσουν ποτέ χαυλιόδοντες.
Υπό κανονικές συνθήκες, οι μεγάλοι χαυλιόδοντες είναι πλεονέκτημα για τους ελέφαντες, καθώς τους επιτρέπουν να σκάβουν για νερό, να τρέφονται με φλοιούς δέντρων και να αναμετρώνται με άλλους ελέφαντες.
Όταν όμως υπάρχουν λαθροθήρες που αναζητούν ελεφαντόδοντο, οι γιγάντιοι κοπτήρες γίνονται ξαφνικά μειονέκτημα.
Μελέτη που δημοσιεύεται στο Science αποκαλύπτει ότι η εκρηκτική αύξηση της λαθροθηρίας στη Μοζαμβίκη οδήγησε σε εξελικτικές αλλαγές και αύξησε την αναλογία των ελεφάντων που δεν αναπτύσσουν ποτέ χαυλιόδοντες.
Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι οι ανθρωπογενείς πιέσεις μπορούν να πυροδοτήσουν εξελικτικά άλματα, όπως έχει παρατηρηθεί εξάλλου σε άλλα είδη, όπως ψάρια που γίνονται όλο πιο μικρόσωμα για να γλιτώσουν από τους αλιείς.
Στη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου στη Μοζαμβίκη από το 1977 έως το 1992, και οι δύο πλευρές στράφηκαν στο παράνομο εμπόριο ελαφαντόδοντου ως πηγή χρηματοδότησης. Ως αποτέλεσμα, ο πληθυσμός ελεφάντων στο Εθνικό Πάρκο του Γκορονγκόσα μειώθηκε κατά 90% σε μόλις 200 άτομα.
Η ανάλυση βίντεο που είχαν τραβηχτεί πριν από τον εμφύλιο έδειξε ότι περίπου ένα στους πέντε θηλυκούς ελέφαντες δεν ανέπτυσσαν ποτέ χαυλιόδοντες (τα αρσενικά πάντα τους έχουν). Μετά τον πόλεμο, η αναλογία αυξήθηκε στο ένα τρίτο.
Στη συνέχεια, τα θηλυκά χωρίς χαυλιόδοντες κληροδότησαν τα γονίδιά τους στην επόμενη γενιά, κάτι που είχε και αναμενόμενα και μη αναμενόμενα αποτελέσματα.
Το αναμενόμενο ήταν ότι οι μισοί θηλυκοί απόγονοι δεν είχαν χαυλιόδοντες. Το αναπάντεχο ήταν ότι τα δύο τρίτα των απογόνων ήταν θηλυκά.
Το μυστήριο ενδιαφέρθηκε να εξετάσει ο Σέιν Κάμπελ-Στάτον, εξελικτικός βιολόγος του Πανεπιστημίου του Πρίνστον και επικεφαλής της μελέτης. Επειδή οι ελέφαντες χωρίς χαυλιόδοντες ήταν όλοι θηλυκοί, η έρευνα εστιάστηκε στο χρωμόσωμα Χ (το οποίο υπάρχει σε δύο αντίγραφα στα θηλυκά αλλά μόνο σε ένα στα αρσενικά).
Γενετικές αναλύσεις που πραγματοποίησε η ομάδα του Κάμπελ-Στάτον σε επτά θηλυκά με χαυλιόδοντες και 11 χωρίς έδειξαν ότι η έλλειψη χαυλιοδόντων πιθανότατα οφείλεται σε μεταλλάξεις δύο γονιδίων του χρωμοσώματος Χ, με τις ονομασίες AMELX and MEP1a, τα οποία ήταν γνωστό ότι εμπλέκονται στην ανάπτυξη των κοπτήρων στα θηλαστικά.
Επιπλέον, οι μεταλλάξεις στο γονίδιο AMELX ήταν γνωστό ότι οδηγούν σε αποβολή των αρσενικών εμβρύων. Και αυτό είναι που εξηγεί γιατί τα θηλυκά χωρίς χαυλιόδοντες γεννούν περισσότερους θηλυκούς απογόνους.
Η έξαρση της λαθροθηρίας επηρέασε τους χαυλιόδοντες, άλλαξε την αναλογία των δύο φύλων, άλλαξε όμως και άλλες παραμέτρους: η ανάλυση κοπράνων αποκάλυψε ότι οι ελέφαντες χωρίς χαυλιόδοντες τρέφονται κυρίως με χόρτα, ενώ οι υπόλοιποι καταναλώνουν και φλοιούς δέντρων τους οποίους αποσπούν με τους χαυλιόδοντες.
Η απότομη εξελικτική αλλαγή μπορεί να έσωσε τους ελέφαντες του Γκορονγκόσα από τον πλήρη αποδεκατισμό, περιόρισε όμως την ικανότητά τους να αξιοποιούν ορισμένες πηγές τροφής, κάτι που ίσως αποδειχθεί σημαντικό για τις προοπτικές επιβίωσης του πληθυσμού.
Και όπως επισήμανε ο Ρόμπερτ Πρινγκλ του Πρίνστον, μέλος της ερευνητικής ομάδας, «οι αλλαγές αυτές θα διαρκέσουν για πολλές γενιές».
Πηγή:in.gr