ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΔΗΜΗΝΑ – ΔΙΚΓΟΡΟΥ

Συχνά στην καθημερινότητά μας χαρακτηρίζουμε κάποιον που δεν πιστεύει ως «άπιστο Θωμά». Ήταν όμως ο Απόστολος Θωμάς, στον οποίο είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή μετά το Πάσχα όντως άπιστος;

Ο εκκλησιαστικός υμνωδός χαρακτηρίζει την δυσπιστία του Θωμά ως προς το αληθές γεγονός της εμφάνισης του Χριστού στους υπόλοιπους μαθητές ως «καλή απιστία». Ο Θωμάς δεν αρκείται στην ρητή ομολογία των μαθητών, αλλά επιμένει να δει «ιδίοις όμμασι» τον αναστημένο Χριστό και τον αγγίξει «ιδίαις χερσί». Με την αρνητική αυτή στάση του, που σίγουρα παρεξηγήθηκε από τους άλλους μαθητές, κατέδειξε ότι η πίστη δεν είναι αποτέλεσμα θεωρητικής διδασκαλίας άλλων, αλλά προϊόν προσωπικής υπαρξιακής εμπειρίας και βεβαιότητας. Κάτω από την επιφανειακή απιστία, την αμφιβολία και την αμφισβήτηση κρυβόταν η αληθινή πίστη του, που την διακήρυξε θριαμβευτικά με την εμφάνιση του Χριστού αναφωνώντας «ο Κύριος μου και ο Θεός μου»

Από την άλλη, βλέπομε μια έκφραση πικρίας του Χριστού για την στάση του καλού μαθητή του Θωμά, καθώς σχεδόν τον επιπλήττει λέγοντας « ότι εωρακάς με πεπίστευκας, μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».[Ιω20,29]. Δεν τον επιπλήττει βέβαια επειδή ζήτησε να φανερωθεί μπροστά του και να Τον ψηλαφίσει, αλλά γιατί διάλεξε τον πιο χαμηλό τρόπο επικοινωνίας μαζί Του, εκείνον των αισθήσεων, Ο Χριστός ζητάει από τους οπαδούς του να μη μένουν στο χαμηλό αισθησιακό επίπεδο, των θαυμάτων και άμεσων αποδείξεων υπάρξεως Του, αλλά να επιδιώκουν την συνάντηση μαζί Του στον χώρο της καρδιάς. Μια τέτοια εσωτερική και θερμή πίστη δίνει πνευματική υγεία ψυχική ισορροπία, ενδυνάμωση, ελπίδα και εμπιστοσύνη στον Θεό.