Γράφει ο Γιώργος Τερζόπουλος
Ο παππούς μου Γιώργος Τερζόπουλος άφησε χθες 27/03/2024 την τελευταία του πνοή. Παρακάτω είναι ο επικήδειος που εκφώνησα σήμερα στην κηδεία του.
-Παππού κράτα γερά! Σε λίγες μέρες έρχομαι!
-Αν είμαστε τυχεροί αγόρι μου θα συναντηθούμε.
Με αυτά τα λόγια κλείσαμε εγώ από Αγγλία και ο παππούς μου από εδώ το τηλέφωνο. Για να είμαι ειλικρινής δεν πίστευα ότι θα τον δω αλλά ο παππούς μου για άλλη μια φορά έδωσε τη μάχη του και προλάβαμε να συναντηθούμε.
Ο Γιώργος Τερζόπουλος ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος βίωσε πολλά. Αρκετοί με καθησύχασαν λέγοντας μου ότι είχε ένα γεμάτο βίο, αφού έφτασε τα 94. Για μένα ο παππούς μου έζησε πολλά αλλά αυτό έχει λίγη σχέση με τα χρόνια του. Ξέρουμε όλοι μας ανθρώπους που και 200 χρόνια να ζήσουν, τα ίδια πράγματα θα πούνε. Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν ίσχυσε για αυτόν.
Γεννήθηκε σε μια οικογένεια που ήταν αρκετά εύπορη στη Φάτσα του Πόντου αλλά ερχόμενη στην Ελλάδα δεν είχε την ίδια τύχη, με αποτέλεσμα ο παππούς μου να δουλεύει στα καπνά από μικρή ηλικία. Μεγαλώνοντας έζησε την κατοχή και τον εμφύλιο, είδε δύο από τα αδέρφια του να εξορίζονται και ο ίδιος σε εφηβική ηλικία φυλακίστηκε τρεις φορές για τις πολιτικές πεποιθήσεις που ακόμα δεν είχε προλάβει να εκφράσει. Όταν αυτά τελείωσαν, στον αγώνα του για μια καλύτερη ζωή γι’αυτόν και την οικογένεια του, αναγκάστηκε να ξενιτευτεί. Πήγε στη Γερμανία χωρίς να ξέρει τη γλώσσα και χωρίς να έχει κάποιον να τον περιμένει. Βγήκε στο άγνωστο, δούλεψε σκληρά ώσπου του προσφέρθηκε θέση εργασίας στο Μεξικό, με μισθό αμύθητο για ένα φτωχό παιδί από την Κατερίνη. Ωστόσο, ο πατέρας του αρρώστησε και γύρισε στην Ελλάδα για να τον δει, μένοντας, τελικά, εδώ, για να υποστηρίξει από κοντά την οικογένεια του. Τότε, έκανε αυτό που ήξερε καλύτερα: τα αγροτικά. Άρχισε να προοδεύει στη δουλειά μπαίνοντας και στις εξαγωγές, γνώρισε τη γιαγιά μου την Αντιγόνη, την οποία αγάπησε πολύ και κάνανε οικογένεια.
Με τον καιρό τα κατάφερε οικονομικά αλλά ο τόπος του χρειαζόταν αλλαγή. Και ο παππούς μου ποτέ δεν έμενε άπραγος. Ίδρυσε μαζί και με μερικούς άλλους την οργάνωση του ΠΑΣΟΚ στην Πιερία. Μέσω του αγώνα του για τα την αλλαγή ήρθε σε επαφή με πάρα πολύ κόσμο. Η αγάπη που του είχε ο κόσμος φάνηκε έμπρακτα, με την εκλογή του ως βουλευτής για 12 συνεχόμενα χρόνια. Έπειτα επέστρεψε στην καλλιέργεια της γης που ήταν η δουλειά που αγαπούσε αλλά και στην οικογένεια του που λάτρευε. Όμως ακόμα και εκεί που θα έπρεπε να απολαύσει τους καρπούς των κόπων του, να χαρεί τα δυο του εγγονάκια, ήρθε η ζωή και του πήρε τη γυναίκα που τόσο αγαπούσε. Δεν έμεινε μόνος του, είχε όλους εμάς αλλά σίγουρα δεν ήταν το ίδιο.
Ο παππούς μου όμως δεν το έδειξε ποτέ. Φυσικά ήμουν μικρός και δεν ήξερα πώς το πέρασε τότε. Ξέρω όμως ότι πάντα έλεγε τα καλύτερα για τη γιαγιά μου την Αντιγόνη, οπότε καταλαβαίνω και πόσο πόνεσε όταν την έχασε. Ο Γιώργος Τερζόπουλος όμως ήξερε από δυσκολίες και στάθηκε στο ύψος του. Τελικά αυτή η πολυτάραχη του ζωή του επεφύλασσε και ένα δύσκολο τέλος. Ο παππούς μου ακόμα και σε αυτή τη δοκιμασία δεν τα παρατούσε, και η σκληρή του κράση του έδωσε ένα συνεχιζόμενο πόνο αλλά και μια ακόμα ευκαιρία να δείξει την δύναμη της ψυχής του, για μία τελευταία φορά.
Αυτή ήταν η ζωή του παππού μου. Ένας άνθρωπος που βρήκε τόσα απέναντι του και συνεχώς έβγαινε δυνατότερος. Μαζί του μοιράστηκα πέρα από το όνομά του, την αγάπη του για την ποίηση αλλά και το πάθος του για την πολιτική. Ελπίζω όμως να μοιραστώ έστω και λίγο την επιτυχία του. Για εσάς αυτός ο λόγος είναι ένας τελευταίος αποχαιρετισμός στον Γιώργο, για μένα είναι μια υπόσχεση ότι θα κουβαλήσω επάξια το όνομα που με τόσο κόπο έχτισε.
Σήμερα γιορτάζουμε τη ζωή του εφήβου που τρύπωσε στα γραφεία των Γερμανών για να κλέψει κάποια έγγραφα για την αντίσταση, τον ρήτορα που αν και αγρότης μιλούσε καλύτερα από δικηγόρους, τον 90χρονο που πήγαινε για κλάδεμα, τον πατέρα του Φάνη και του Μίλτου, τον σύζυγο της Αντιγόνης, τον αδερφό του Μενέλαου και των αείμνηστων Κώστα, Δέσπω και Τάκη, τον παππού του Παύλου και του Γιώργου και τον πεθερό της Δέσποινας. Και λέω γιορτάζουμε, γιατί σύμφωνα και με ένα από τα αγαπημένα του ποιήματα: «Σαν βγεις στον πηγεμό για την Ιθάκη, να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος». Και ήταν μακρύς και ήταν γεμάτος και ήταν ενάρετος.
Παππού μου σε ευχαριστούμε για όλα. Κέρδισες επάξια την Ιθάκη σου.