Τα έργα του Γιάννη Ιωαννίδη τα είδα για πρώτη φορά στην έκθεση των τελειόφοιτων της Καλών Τεχνών, μεγάλων διαστάσεων πίνακες με ανάγλυφα σχέδια, σύμβολα και γράμματα, σκοτεινά, παρ’ όλη την πολυχρωμία τους, που ξεχώριζαν μέσα στις υπόλοιπες εργασίες των καλλιτεχνών που παρουσίαζαν την πτυχιακή τους. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν ότι οι πίνακές του θύμιζαν έντονα Ζαν Μισέλ Μπασκιά και Jonathan Meese και αυτό για έναν νέο καλλιτέχνη μπορεί να θεωρηθεί κομπλιμέντο, παρόλο που για πολλούς κριτικούς της τέχνης το να θυμίζει το έργο σου το έργο κάποιου άλλου καλλιτέχνη θεωρείται μεγάλο μειονέκτημα.

Αυτό ήταν ένα από τα σχόλια που ακούγονταν έξω από τους χώρους της φετινής έκθεσης, ότι, γενικά, τα έργα όλο και κάπου «πατούσαν», όλο και κάτι θύμιζαν, ότι δεν υπήρχε κάτι πρωτότυπο ή πρωτοπόρο, ακόμα και κάτι εξωφρενικό. Υπήρξαν διαφωνίες για το θέμα, σχεδόν τσακωμοί, γιατί είναι διαφορετική η εικόνα που έχει για κάποιο έργο ένας καλλιτέχνης που το βλέπει από τη δική του θέση (και γνωρίζει και τον άνθρωπο που το έφτιαξε) και διαφορετική αυτή που έχει ο επισκέπτης σε μία έκθεση. Τέλος πάντων, ένας από τους τελειόφοιτους που η δουλειά του συζητήθηκε πολύ ήταν και ο Γιάννης Ιωαννίδης, ένας από τους νεότερους τελειόφοιτους. Ξανασυναντηθήκαμε μετά από καιρό, όταν ο απόηχος της έκθεσης είχε περάσει, ενώ είχα μάθει και μία άλλη του ιδιότητα, του μουσικού, κι είχα δει περισσότερη εικαστική δουλειά του.

«Στις πτυχιακές είδα πολύ καλές προσπάθειες, όπως κάθε χρόνο», λέει, «αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν ταυτίστηκα με κάτι, γιατί πιστεύω ότι η τέχνη όσο είναι κοινωνικό φαινόμενο, άλλο τόσο είναι και προσωπική υπόθεση. Βλέπεις πόσο ιδιαίτερο μπορεί να γίνει κάτι σε σχέση με το σύνολο και αυτό είναι σημαντικό.

Είναι καλό οι επιρροές σου να μην είναι τόσο εμφανείς. Σίγουρα θα μοιάζουνε πολλά πράγματα που κάνεις με άλλων. Κάπως πρέπει να ξεκινήσεις, βλέπεις τι παίζει τριγύρω και παίρνεις ένα κίνητρο για να παράγεις. Όμως αυτό που έχει σημασία είναι να αυτοπροσδιορίζεσαι».

Βάζει να ακούσουμε δείγματα από τη μουσική που γράφει ως Egomime, κομμάτια με αρκετά μεγάλη γκάμα ήχων, από synth και darkwave μέχρι experimental hip hop. «Με τη μουσική ασχολούμαι έναν χρόνο τώρα, είμαι αυτοδίδακτος, οπότε τεχνικά έχω δρόμο» εξηγεί. «Έγραφα στίχους και ριφάκια από παλιά, στην πορεία έμαθα να φτιάχνω παραγωγές και δουλεύω διάφορα πρότζεκτ. Κατά κάποιον τρόπο κάνω το ίδιο πράγμα και με τον ήχο όπως και με τη μπογιά, απλά είναι άλλο μέσο έκφρασης. Στη μουσική η Ελλάδα είναι πολύ πίσω, επικρατεί ακόμα το λαϊκό στοιχείο και αυτό είναι που κρατάει πολλά πράγματα κολλημένα στο παρελθόν, και στο underground και στο mainstream.

Οι επιρροές μου είναι πολλές και διάφορες, είναι κυρίως ζωγράφοι, ποιητές, μπάντες και ταινίες που έχουν έντονο το στοιχείο του υποσυνείδητου. Μπορώ να σου πω ότι λατρεύω πολλούς “μάστερς” και κλασικούς και εξπρεσιονιστές, είναι πράγματα που κατάλαβα όταν τα είδα από κοντά, σε σύγκριση πάντα με το τότε. Μικελάντζελο, Καραβάτζιο, ήτανε σοκ. Ιερώνυμος Μπος, Μουνχ, Βαν Γκονγκ, Γκόγια και πολλούς άλλους “psychos”. Έχουνε ένα μυστήριο πίσω από αυτό, σε κάνουν να αναρωτιέσαι.

 

 

Μου αρέσει επίσης ο Τουόμπλι, ο Μπασκιά, ο Jonathan Meese και πολλοί άλλοι. Θεωρώ ότι η ζωγραφική που αποτυπώνει σωματικότητα, κίνηση, υφές, λέξεις, σύμβολα, μπορεί να κάνει κάτι που οι μηχανές δεν θα μπορέσουν να καταφέρουν στο μέλλον. Δηλαδή, βρίσκω αξία στην αποτύπωση του σώματος συν του λόγου, αν αυτό συνδυάζεται με μία μεταφορά, ένα μήνυμα, ένα κοινωνικό σχόλιο.

Μου αρέσει ο Μόρισον, ό,τι έχει κάνει, γενικά πολλοί «καμένοι» ποιητές, Κέρουακ, Ρεμπό. Αυτά βέβαια είναι κάπως παλιά φαινόμενα, απλά τα αναφέρω σαν ερεθίσματα δικά μου. Από πράγματα του σήμερα δύσκολα θα πω “wow!” με κάτι, ειδικά στη ζωγραφική, ειδικά στην Ελλάδα, ειδικά στην “εννοιολογική τέχνη”, εκεί τις περισσότερες φορές βλέπω άδεια πλαίσια βαφτισμένα τέχνη. Νομίζω ότι η μουσική σκηνή κλέβει την παράσταση…».

«Από πού είσαι Γιάννη;». «Είμαι από επαρχία, από Κατερίνη, ήρθα στην Αθήνα για σπουδές. Ξεκίνησα να ζωγραφίζω από πολύ μικρός, τριών, τεσσάρων χρονών, σπίτι μόνος μου και μετά στο σχολείο, κυρίως από το μυαλό μου και από τα παιχνίδια μου. Πήγαινα σε μικρά εργαστήρια ζωγραφικής, κάπως το κατάφερνα, πέρναγα το χρόνο μου έτσι. Μετά, στο γυμνάσιο, το είχα αφήσει, έπαιζα μπάλα και τέτοια… Μέχρι που στο λύκειο μου πρότεινε η μητέρα μου να ξεκινήσω ελεύθερο σχέδιο για το προσπαθήσω πιο σοβαρά και πήγε καλά, εκφραζόμουν και το ακολούθησα».

Διαβάστε τη συνέχεια της συνέντευξης στο lifo.gr

Πηγή φωτογραφιών: instagram.com