Το μέτρο της αλλαγής της ώρας έχει ως βασικό πλεονέκτημα την εξοικονόμηση ενέργειας. Συνολικά, κατά τους επτά μήνες της θερινής ώρας εξοικονομούμε 210 ώρες ηλεκτρικής ενέργειας εκμεταλλευόμενοι τον Ήλιο.
Τη δεκαετία του ’70, υπό την επήρεια της πετρελαϊκής κρίσης, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούσαν να εκμεταλλευθούν το φως της ημέρας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Από το 1996 ισχύει μία ενιαία, πανευρωπαϊκή ρύθμιση, κατά την οποία την Άνοιξη γυρίζουμε τα ρολόγια μία ώρα μπροστά (ώστε να αξιοποιούμε το φως της ημέρας για μία ώρα επιπλέον), ενώ το Φθινόπωρο τα επαναφέρουμε μία ώρα πίσω.
Θερινή και χειμερινή ώρα στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα η αλλαγή ώρας εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και συγκεκριμένα από τις 6 Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου 1932 όπου τα ρολόγια είχαν τεθεί μία ώρα μπροστά.
Η αλλαγή της ώρας, που είχε υιοθετηθεί αρχικά για λόγους εξοικονόμησης ενέργειας και ισχύει επίσης και σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες (στη Γαλλία από το 1976), προκαλεί έντονες αντιδράσεις εδώ και χρόνια,.
Οι επικριτές της επικαλούνται επιστημονικές έρευνες που συνδέουν την αλλαγή της ώρας με ασθένειες του καρδιαγγειακού ή ανοσοποιητικού συστήματος, λόγω της διακοπής του βιολογικού κύκλου, και να υποστηρίζουν ότι δεν παρατηρείται πλέον οποιαδήποτε εξοικονόμηση ενέργειας.