Το δημόσιο σύστημα υγείας είναι μια από τις σημαντικότερες δομές μιας χώρας. Στην Ελλάδα, όμως, ο τομέας της υγείας έχει εγκαταλειφθεί από τις κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαετίας. Υποχρηματοδότηση, υποστελέχωση, πεπαλαιωμένες υποδομές είναι τα προβλήματα που έχουν οδηγήσει στην ανικανότητα του ΕΣΥ να εκπληρώσει το σημαντικό του ρόλο για την κοινωνία. Αν και η κατάσταση ούτως ή άλλως οδηγούσε προς τα εκεί, η πανδημία επιτάχυνε πολύ τη διαδικασία. Τα παλαμάκια από τα μπαλκόνια μάλλον δεν βοήθησαν…
Καταρχάς, η εύκολη (και ψευδής) δικαιολογία που έχει δώσει η τωρινή κυβέρνηση για την κατάσταση, είναι η γενικευμένη οικονομική κρίση της χώρας. Κάτι τέτοιο δεν δύναται να λέγεται, βεβαίως, από μια παράταξη που ιδεολογικά τουλάχιστον δεν είναι από τις πιο ένθερμες του δημοσιόυ συστήματος υγέιας. Γιατί δεν γίνεται να υπηρετείς και το ΕΣΥ και την ιδιωτική υγεία χωρίς να υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων.
Επιλέγοντας να αγνοήσει αυτή τη σύγκρουση συμφερόντων, η κυβέρνηση συνεχίζει να νομοθετεί και για τα δύο. Πρώτα, τα απογευματινά χειρουργεία έχουν απολέσει τον δημόσιο και δωρέαν χαρακτήρα του ΕΣΥ και προωθούν μια άνιση μεταχείριση του κόσμου μεταξύ των εχόντων και μη.
Η άλλη νομοθέτηση που υποσκάπτει τη δημόσια υγεία, είναι και η δυνατότητα των ιατρών να δουλεύουν και ως ιδιώτες και ως ιατροί του ΕΣΥ στον κενό τους χρόνο. Αυτό μας φέρνει στην αυτορύθμιση της αγοράς: είτε ο ιατρός δέχεται τη χαμηλή αμοιβή που θα υποστηρίξει με δεύτερη δουλειά ή δεν θα μπει καθόλου στο δημόσιο. Έτσι όχι απλά δεν δίνονται κίνητρα για να έρθει κάποιος το ΕΣΥ αλλά για να φύγουν και το τωρινό του δυναμικό.
Οι μεν υποψήφιοι του δημοσίου θα επιλέξουν να πάνε κατευθείαν στον ιδιωτικό τομέα αν είναι να αντιμετωπίσουν τα εξοντωτικά ωράρια του υποστελεχωμένου ΕΣΥ. Οι δε γιατροί που βρίσκονται ήδη μέσα, θα φτιάχνουν εκ του ασφαλούς πελατολόγιο μέσω του δημοσίου και τελικά θα το εγκαταλείψουν και αυτοί. Έτσι θα ερημώσει ακόμα περισσότερο το σύστημα υγείας.
Αλλά το κείμενο αυτό δεν το γράφω για να κινδυνολογήσω ούτε γιατί διέπομαι απο γενικότερη κρατικίστικη αντίληψη αλλά γιατι πιστεύω πως η ευρυθμή λειτυργία του ΕΣΥ είναι βασικός πυλώνας κοινωνίκης σταθερότητας και δείκτης προόδου μιας κοινωνίας. Ως ιατρός και υποψήφιος Ευρωβουλευτής είμαι εδώ για να δώσω τον αγώνα της διαφύλαξης του αγαθού της δημόσιας υγείας.
Η αναβάθμιση του ΕΣΥ ξεκινάει νωρίτερα από τη στιγμή που κάποιος γίνεται ιατρός. Κατά την εκπαίδευση φοιτητών ιατρικής δύο πράγματα είναι απαραίτητα: να υπάρξει προσανατολισμός προς την επιλογή ειδικοτήτων που το ΕΣΥ χρειάζεται (ή πρόκειται να χρειαστεί) αλλά και να εισαχθούν νέες εξειδικέυσεις, όπως αυτή της γηριατρικής. Επίσης, η λίστα αναμονής ειδικοτήτων πρέπει να καταργηθεί και να έρθει η διαδικασία σε Ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα, τα οποία θα θέτουν αντικειμενικά κριτήρια εισαγωγής, όχι χρόνους εισαγωγής που στέλνουν τους ιατρούς μας στο εξωτερικό.
Για την μετέπειτα προσέλκυση ιατρών στο ΕΣΥ, πρέπει να φέρουμε καλύτερα οικονομικά κίνητρα αλλά και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Οι μεγαλύτεροι μισθοί είναι αναγκαίοι αλλά με τις συνθήκες υπερεργασίας που υπάρχουν τώρα, δεν θα αλλάξει τίποτα. Χρειάζεται ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής. Ακόμη, είναι αναγκαίο μέσω του ταμείου ανάπτυξης να φτιάξουμε τα νοσοκομεία μας, φέρνοντας νέο εξοπλισμό, για να χρησιμοποιήσουν οι ιατροί αυτοί. Αυτό, δεν είναι μια ευκταία πολυτέλεια αλλά μια πραγματική ανάγκη, ειδικά για εμάς τους ανθρώπους της περιφέρειας.
Έτσι, λοιπόν, φαίνεται πως είναι πολλά αυτά που πρέπει να αλλάξουν στην χώρα μας για να φτάσει η δημόσια υγεία στο σημείο που οφείλει να είναι. Αλλά πρέπει πρώτα από όλα να έχει κάποιος τη θέληση να υπηρετήσει τα συμφέροντα του ΕΣΥ. Ζητώ την ψήφο σας στις επερχόμενες Ευρωπαϊκές εκλογές γιατί έχω τη θέληση και την κατάρτιση ώστε να συνδράμω στο έργο αυτό από τα ψηλότερα στρώματα της διακυβέρνσησης.
Για μια Ευρώπη συνοδοιπόρο!

Χρήστος Στεφόπουλος, Ειδικός Καρδιολόγος και Υποψήφιος Ευρωβουλευτής με το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής.