Η βασανισμένη σχέση του Σιντ Βίσιους και της Νάνσι Σπάνγκεν κατέρρευσε και κανένας από τους δύο δεν έζησε για να πει την ιστορία του.

Αυτός γεννήθηκε στην Αγγλία και πέρασε μια περιπλανώμενη παιδική ηλικία με μια ανύπαντρη μητέρα που έπαιρνε ναρκωτικά, πριν βρει την αποδοχή ανάμεσα σε άλλους έφηβους με αγκαθωτά μαλλιά που συνέρρεαν στο King’s Road του Λονδίνου στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Αυτή γεννήθηκε σε ένα άνετο προάστιο της Φιλαδέλφειας των ΗΠΑ, αλλά αποδείχτηκε πολύ ευμετάβλητη για να προσαρμοστεί, με αποτέλεσμα να καταλήξει σε ψυχιατρικό ίδρυμα και στη συνέχεια σε σχολείο για προβληματικά παιδιά, πριν φύγει για τη Νέα Υόρκη σε ηλικία 17 ετών.

Τελικά, ο Σιντ Βίσιους και η Νάνσι Σπάνγκεν βρήκαν τον κοινό τους τόπο στην εύφλεκτη αρένα της punk σκηνής μέχρι που οδηγήθηκαν μαζί στο χείλος του γκρεμού, σαν το δίδυμο Μπόνι και Κλάιντ της μουσικής, ενωμένοι στο θάνατο, όπως ήταν τους τελευταίους μήνες της ζωής τους.

Δείτε το βίντεο

 

Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, ο Σιντ είχε καθιερωθεί στους punk κύκλους του Λονδίνου τόσο ως μουσικός (ήταν ντράμερ των Siouxsie and the Banshees και Flowers of Romance) όσο και ως σύμβολο του ρηξικέλευθου κινήματος κατά του κατεστημένου (φέρεται να εφηύρε τον δημοφιλή χορό του «pogo»).

Τον Φεβρουάριο του 1977, το «κακό παιδί» πήρε τη μεγάλη του ευκαιρία, όταν προτάθηκε να αντικαταστήσει τον Γκλεν Μάτλοκ ως μπασίστας των Sex Pistols, που τότε ήταν γνωστοί για την επιτυχία τους «Anarchy in the U.K.» του 1976, παρόλο που δεν ήξερε τίποτα από μπάσο.

Λίγο αργότερα, η Νάνσι έφτασε στο Λονδίνο. Γκρούπι από την πανκ σκηνή της Νέας Υόρκης, θεωρούνταν γενικά φωνακλού, δύστροπη, περιφερόμενη μαζί με άλλες γκρούπι και αποδεκτή από τους μουσικούς κυρίως λόγω της ικανότητάς της να τους προμηθεύεται ηρωίνη. Σύντομα έκανε μια κίνηση στον frontman των Sex Pistols, Τζόνι Ρότεν αλλά βρήκε τοίχο, οπότε και έστρεψε την προσοχή της στον Βίσιους.

Ήταν έρωτας με την πρώτη, δυσάρεστη ματιά
Στο πρόσωπο του Σιντ βρήκε μια εκ φύσεως ντροπαλή ψυχή, που άντεχε τις σκληρές της και αλλόκοτες εκρήξεις, καθώς μέτρησε, φυσικά, και η ακαταμάχητη έλξη ενός ανερχόμενου σταρ. Και στο πρόσωπο της Σπάνγκεν αυτός βρήκε κάποια έμπειρη και περιποιητική γυναίκα σε ενήλικες ασχολίες, όπως το σεξ και τα ναρκωτικά, ενώ παράλληλα αποδείχτηκε άπορη για τη δική του ανάγκη για στοργή.

Ένας άνθρωπος του κύκλου τους αποτύπωσε αργότερα τη μοναδική φύση του δεσμού τους, λέγοντας πώς η Νάνσι έδωσε κάποτε εντολή στον Σιντ να σπρώξει μια γκρούπι που τον γούσταρε για να τσακιστεί στις σκάλες σε ένα κλαμπ. «Και το έκανε, χωρίς δεύτερη σκέψη» θυμήθηκε ο μάρτυρας. «Ήταν ένας ιππότης με σκουριασμένη πανοπλία».
Η συμπεριφορά τους επιδεινώθηκε λόγω της υπερβολικής χρήσης ναρκωτικών
Καθώς οι Pistols με απίθανο τρόπο έπαιρναν το δρόμο τους προς το mainstream, καβαλώντας το ταραχώδες κύμα των singles τους, όπως το «God Save the Queen» του Μαΐου 1977, ο Βίσιους και η Σπάνγκεν έγιναν αχώριστοι.

Σύμφωνα με το «Sid’s Way: The Life and Death of Sid Vicious», το ζευγάρι μετακόμισε σε ένα διαμέρισμα στην ήσυχη γειτονιά Maida Vale του δυτικού Λονδίνου, όπου βυθίστηκαν ακόμη περισσότερο στη βαριά χρήση ναρκωτικών αποκρούοντας τον έλεγχο της αστυνομίας.

Εν τω μεταξύ, οι υπόλοιποι Pistols, όχι ακριβώς μια αρμονική ομάδα εξ αρχής, είχαν να διαχειριστούν τη διαρκή παρουσία της ζόρικης Αμερικάνας. Ο μάνατζερ Malcolm McLaren και τότε σύντροφος της σχεδιάστριας μόδας Βίβιαν Γουέστγουντ, παραδέχτηκε αργότερα ότι προσπάθησε να την «απαγάγει» και να τη βάλει σε ένα αεροπλάνο για τη Νέα Υόρκη, αν και η αδυναμία του ζευγαριού να είναι χώρια καθιστούσε αυτό το σχέδιο αδύνατο.

Το γκρουπ απαγόρευσε στην Σπάνγκεν να τους συνοδεύσει στην περιοδεία τους στις ΗΠΑ τον Ιανουάριο του 1978 και ο Βίσιους απάντησε με αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, ενώ κάποια στιγμή χτύπησε έναν άνθρωπο από το κοινό στο κεφάλι με το μπάσο του, στο Ντάλας.

Πολλά ναρκωτικά και άπειρο χάος
Οι Pistols δεν θα επιβίωναν από την περιοδεία -διαλύθηκαν μετά από μια καταστροφική εμφάνιση στο Winterland Ballroom του Σαν Φρανσίσκο στις 14 Ιανουαρίου- και ο Βίσιους έδειξε πόσο άσχημα λειτουργούσε όταν αφηνόταν μόνος του, κάνοντας ένα σερί κραιπάλης που οδήγησε σε υπερβολική δόση μεθαδόνης και στη νοσηλεία του σε νοσοκομείο στο Κουίνς της Νέας Υόρκης.

Ξανασυναντώντας την Σπάνγκεν μετά την απομάκρυνσή του από το γκρουπ, τα πιτσουνάκια ταξίδεψαν στο Παρίσι για να γυρίσουν το ντοκιμαντέρ των Pistols, «The Great Rock n’ Roll Swindle». Το εγχείρημα διαλύθηκε και πάλι σε χάος, με τον Βίσιους να προτιμά να πυροβολήσει στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του αντί να συμμετάσχει στην παραγωγή. Όταν έφυγε από το δωμάτιο, θυμάται ο σκηνοθέτης Τζούλιαν Τέμπλ, η Σπάνγκεν φρόντισε να του υπενθυμίσει το λάθος του.

«Θυμάμαι ότι επέστρεψα μια μέρα» είπε ο Τεμπλ «και είχε κόψει τις φλέβες της, υπήρχε αίμα παντού στο κρεβάτι και είχε σκηνοθετήσει μια απόπειρα αυτοκτονίας για να κάνει πραγματικά τον Σιντ να νιώσει ότι δεν έπρεπε να την αφήσει, έστω και για λίγες ώρες, για να κάνει γυρίσματα».

Όταν η Σπάνγκεν βρέθηκε μαχαιρωμένη μέχρι θανάτου στο δωμάτιο του ξενοδοχείου τους
Τον Αύγουστο του 1978, το ζευγάρι μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και εγκαταστάθηκε στο δωμάτιο Νο 100 του ξενοδοχείου Chelsea Hotel του Μανχάταν. Μέχρι τότε, η Σπάνγκεν εκτελούσε χρέη μάνατζερ του Βίσιους. Μαζί με το να του εξασφαλίζει συναυλίες στα παλιά της στέκια στο Lower East Side, χρησίμευε ως εκπρόσωπος του όταν εκείνος ήταν πολύ μαστουρωμένος για να επικοινωνήσει σε περιστασιακές εμφανίσεις στα μέσα ενημέρωσης.

Το βράδυ της 11ης Οκτωβρίου, ο τεθλασμένος τρόπος ζωής τους κατέρρευσε αναπόφευκτα. Φιλοξενώντας ένα πάρτι στο μικροσκοπικό τους δωμάτιο, ο Βίσιους κατάπιε περίπου 30 δισκία βαρβιτουρικών – και ήταν σε κώμα για το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας, καθώς οι καλεσμένοι μπαινόβγαιναν.

Γύρω στις 11 το πρωί της επόμενης ημέρας, καθώς η ρεσεψιόν άρχισε να δέχεται τηλεφωνήματα αγωνίας για την κατάσταση στο δωμάτιο 100, ένας γκρουμ ανακάλυψε στο πάτωμα μια Σπάνγκεν με εσώρουχα να αιμορραγεί έντονα από μια πληγή με μαχαίρι στην κοιλιά της.

Ένας ζαλισμένος Βίσιους βρέθηκε να περιπλανιέται στο διάδρομο θρηνώντας επειδή τη σκότωσε. Επανέλαβε αυτή την παραδοχή στην αστυνομία πριν ανακαλέσει, επιμένοντας ότι δεν θυμόταν τίποτα από τη νύχτα.
Ο Βίσιους πέθανε σε λιγότερο από τέσσερις μήνες μετά τη Σπάνγκεν από υπερβολική δόση ηρωίνης
Έχοντας αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση, ο Βίσιους ήταν αδύναμος να αντέξει τη συντριπτική απώλεια στη ζωή του και επιχείρησε να αυτοκτονήσει λίγες μέρες αργότερα. Αφού πέρασε δύο μήνες στο σωφρονιστικό συγκρότημα του Riker’s Island, γιόρτασε την αποφυλάκισή του τον Φεβρουάριο του 1979 στέλνοντας τη μητέρα του να βρει λίγη ηρωίνη.

Το πρωί της 2ας Φεβρουαρίου, το πανκ είδωλο ήταν νεκρό από υπερβολική δόση.

Τις δεκαετίες που ακολούθησαν, οι παλιοί φίλοι προσπάθησαν να ενώσουν τα κομμάτια για να προσδιορίσουν, όσο το δυνατόν περισσότερο, τι ακριβώς συνέβη στην Σπάνγκεν. Κάποιοι έχουν δώσει έμφαση στο χάσιμο του Βίσιους από τα ναρκωτικά ως απόδειξη της αθωότητάς του, δείχνοντας τους σκοτεινούς χαρακτήρες που πέρασαν από το δωμάτιο 100 εκείνο το βράδυ ως τους πιο πιθανούς υπόπτους. Άλλοι εικάζουν ότι ο θάνατός της ήταν μέρος μιας αποτυχημένης απόπειρας διπλής αυτοκτονίας του «πειραγμένου» ζεύγους.

Όποια και αν είναι η αιτία, οι επιζώντες εκείνης της εποχής συμφωνούν για τα συναισθήματα του τραγικού ζευγαριού: «Ήταν ο πρώτος και μοναδικός έρωτας της ζωής του» έγραψε ο McLaren.

 

 

Πηγή:in.gr