«Η πεμπτουσία της ελληνικής κοινωνίας, η ελληνική παραδοσιακή οικογένεια»

Κατόπιν της χθεσινής ψήφισης του νομοσχεδίου που αφορά την θέσπιση του πολιτικού γάμου σε ομοφυλόφιλα ζευγάρια, την δυνατότητα τεκνοθεσίας από τα ζευγάρια αυτά και τις κατ’ επέκταση αλλαγές του Οικογενειακού Δικαίου στον Αστικό Κώδικα, οφείλω στη συνείδησή μου, τις αρχές και τις αξίες που πρεσβεύω να παραθέσω μερικές σκέψεις μου και την άποψή μου επί του ζητήματος.

Ξεκινώντας, θέλω εξ’ αρχής να απαντήσω στο ερώτημα που πολλοί (πιθανώς) θα θέσουν (πριν καν διαβάσουν το κείμενο), ότι δηλαδή «εσένα τι σε νοιάζει αφού δεν αφορά εσένα το νομοσχέδιο, πολλώ δε μάλλον αφού συζητάμε για πολιτικό γάμο;». Η απάντηση σε αυτό το προσχηματικό ερώτημα είναι σαφής και ξεκάθαρη. Το νομοσχέδιο αυτό αφορά το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας και όλοι έχουμε το δικαίωμα της έκφρασης της άποψής μας. Μιας άποψης που όποτε δεν συμπλέει με αυτήν της μειοψηφίας, του twitter και των πανελιστών της τηλεόρασης, τείνει να χλευάζεται, να κατακρίνεται και ακόμα χειρότερα να αποσιωπάται. Ως εδώ, λοιπόν, με την κατάκριση της αντίθετης άποψης!

Σύμφωνα με το πολίτευμά μας, η Βουλή είναι ο κορυφαίος δημοκρατικός θεσμός, μέσω του οποίου αντιπροσωπεύεται ο λαός δια των βουλευτών. Δεδομένου αυτού, και συγκεκριμένα σε ζητήματα που αφορούν την κοινωνία και ο χαρακτήρας τους είναι αξιακός (και όχι σε ζητήματα αμιγώς πολιτικά), η πλειοψηφία της Βουλής πρέπει να λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη της την άποψη της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Όταν αυτό δε συμβαίνει, και η πλειοψηφία της Βουλής αφουγκράζεται την ελάχιστη μειοψηφία της κοινωνίας (όπως έγινε εν προκειμένω), γεννάται σοβαρός κίνδυνος για τη δημοκρατία, απομακρύνεται η κοινωνία από τους εκπροσώπους της στη Βουλή, χάνεται η εμπιστοσύνη της σε αυτούς και ωθείται στα άκρα.

Πάμε τώρα στους εκπροσώπους του λαού στη Βουλή, τους βουλευτές. Βουλευτής, σύμφωνα με τον ορισμό, ονομάζεται ο εκπρόσωπος των ψηφοφόρων μιας χώρας που έχει εκλεχθεί για να την εκπροσωπήσει στο Κοινοβούλιο για ένα χρονικό διάστημα. Δεδομένου του ορισμού, είναι χρέος των βουλευτών να εκπροσωπήσουν τους εκλογείς της περιφέρειας που εκλέχτηκαν, αφουγκραζόμενοι τις απόψεις τους, και όχι να «αντιπροσωπεύουν» τους εκλογείς δια της απουσίας τους και της αποχής τους από τις συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα εντός του Ελληνικού Κοινοβουλίου, πολλώ δε μάλλον από την ψήφιση νομοσχεδίων. Να ξεκαθαριστεί, λοιπόν, ότι άβουλος και βουλευτής δεν πηγαίνουν μαζί και έντιμη στάση δεν νοείται το «νίπτω τας χείρας μου», η απουσία και ο φόβος ανάληψης της ευθύνης, αλλά η συμμετοχή στις δημοκρατικές διαδικασίες ψήφισης των νομοσχεδίων.

Ιστορικά, η μεγάλη κεντροδεξιά παράταξη, την οποία ακολουθούμε για τις αξίες, τις αρχές και τα ιδανικά που πρεσβεύει, έχει καταφέρει να διατηρεί πάντα, στα 50 χρόνια της ιστορίας της, υψηλά ποσοστά σε κάθε εκλογική μάχη (εύκολη ή δυσκολότερη) που έδωσε, και σε καμία περίπτωση να μην εμφανίζει σημάδια διάλυσης. Σκεπτόμενος τους λόγους στους οποίους οφείλεται αυτή η «διατήρηση» των υψηλών ποσοστών, καταλήγω στους εξής δύο, πολύ σημαντικούς και πιο επιδραστικούς:

Πρώτον, η ειλικρίνεια των αρχηγών/προέδρων/βουλευτών/πολιτευτών του κόμματος απέναντι στον ελληνικό λαό. Ποτέ η Νέα Δημοκρατία δεν κρύφτηκε πίσω από τα προβλήματα, πάντα τα αναδείκνυε, πάντοτε τα επεσήμαινε, με όποιο πολιτικό κόστος. Πολιτικό κόστος, το οποίο το έχει πληρώσει ιστορικά πάρα πολλές φορές, και με το παραπάνω, χωρίς, ωστόσο, να δείχνει σημάδια διάλυσης, ακόμα και στις πιο δύσκολες περιόδους της κρίσης. Η ειλικρίνεια απέναντι στον ελληνικό λαό, ποτέ δεν οδηγεί, και δεν πρόκειται να οδηγήσει, σε διάλυση.

Δεύτερος λόγος, και εξίσου σημαντικός με τον πρώτο, είναι η συνοχή και η ενότητα που υπάρχει και διατηρείται στον πυρήνα των ψηφοφόρων της παράταξης. Αυτά επιτυγχάνονται με τη διατήρηση της ταυτότητας της παράταξης και την πίστη στις θεμελιώδεις αξίες, τα ιδανικα και τις αρχές που αρχικώς είχε οραματιστεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και αποτυπώνονται στην ιστορική ιδρυματική διακήρυξη της 4ης Οκτωβρίου 1974, και που με τον «πυρσό» πέρασαν από γενιά σε γενιά, μέχρι και σήμερα, στους νεότερους από εμάς.

Η αγάπη για την πατρίδα, η πίστη στο Θεό και ο σεβασμός στον ιερό θεσμό της οικογένειας, είναι μερικές από τις ιερές αξίες και αρχές που πρέσβευε και πρεσβεύει από την ίδρυσή της η Νέα Δημοκρατία και ο πυρήνας των ψηφοφόρων της. Πολιτικές επιλογές οι οποίες απομακρύνουν την κεντροδεξιά παράταξη από τις αξίες που πρεσβεύει η ιδεολογία της (δήθεν στην προσπάθεια να μιμηθούμε τη Δύση), είναι καταστροφικές και θα οδηγήσουν σε απόσχιση πολλών ψηφοφόρων από τον τον πυρήνα της, και η εμπιστοσύνη στην παράταξη θα χαθεί ολοκληρωτικά. Είμαστε με τη Δύση, αλλά όχι με τις παθογένειες αυτής, όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε στη χθεσινή του ομιλία ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς.

Αλλά δεν είναι καμία παράταξη, κανένα πολιτικό κόμμα, υπεράνω της ελληνικής κοινωνίας που θεμέλιό της έχει την ελληνική παραδοσιακή οικογένεια, την μητέρα, τον πατέρα, τον παππού και τη γιαγιά. Ιερές έννοιες που θα αντικατασταθούν αναπόφευκτα, για λόγους συμπερίληψης και εξίσωσης, σε λίγα χρόνια από τα «μοντέρνα» και «προοδευτικά» γονέας 1 και 2. Ο γάμος δεν είναι για εμάς (δηλαδή την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας) μια δικαιοπραξία, όπως ακούσαμε χθες. Ναι είναι νομικά ΚΑΙ δικαιοπραξία, αλλά ευτελίζεται η έννοιά του και ο σκοπός του γάμου με τέτοιους χαρακτηρισμούς.

Ο γάμος γεννά την οικογένεια και δεν είναι ένας απλά νομικός όρος. Και η οικογένεια, όπως τη γνωρίζουμε και όπως επιτάσσει η παράδοσή μας, δεν είναι απλά η συμβίωση δύο ανθρώπων, αλλά είναι αυτή που έχει συμβάλλει καθοριστικά (μαζί με την πίστη στην ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία) στη διατήρηση του ελληνικού έθνους ανά τους αιώνες, παρά τις όποιες δυσχέρειες υπήρξαν και υπάρχουν.

Καταλήγοντας, χθες ψηφίστηκε ως νόμος του κράτους η επιθυμία μιας ελάχιστης μειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας. Το νέο νομοσχέδιο άνοιξε το δρόμο και σε άλλες ελάχιστες μειοψηφίες της ελληνικής κοινωνίας να ελπίζουν ότι οι επιθυμίες τους, ακόμα και χωρίς καμία πίεση (γιατί πράγματι δεν υπήρξε καμία πίεση από πουθενά για το εν λόγω νομοσχέδιο), θα μπορούν να γίνουν νόμος του κράτους. Και όπου «ελάχιστες μειοψηφίες» ας εννοήσει ο καθένας ό,τι μπορεί να σκεφτεί. Κι όλα αυτά, από μια κεντροδεξιά παράταξη που, δυστυχώς, χάνει την ταυτότητά της με το πρόσχημα της «ανοιχτής αγκαλιάς».

Θα ήταν παράλειψη να μην συγχαρώ τους βουλευτές της Πιερίας που τιμήσαν τους εκλογείς της περιφέρειάς τους, παρέστησαν στην ψηφοφορία του νομοσχεδίου στο Ελληνικό Κοινοβούλιο και καταψήφισαν το νομοσχέδιο αυτό. Το «ΟΧΙ» τους μπορεί να μην ακούστηκε στην πράξη, λόγω της ηλεκτρονικής (και όχι δια βοής) ψηφοφορίας, αλλά ήχησε δυνατά στον Πιερικό λαό.

Με τιμή,

Γιάννης Αθ. Ζάχος

Δικηγόρος – Πρόεδρος ΟΝΝΕΔ Πιερίας