Πρωτοβουλία συλλογής υπογραφών υπέρ της ματαίωσης ίδρυσης αγγλόφωνου Προπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών (ΠΠΣ) από το Τμήμα Ιατρικής της Σχολής Επιστημών Υγείας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης βρίσκεται από προχθές σε εξέλιξη. Με το κείμενό τους, το οποίο διακινείται μέσω διαδικτύου στα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, οι έχοντες την πρωτοβουλία καλούν το ΑΠΘ καθώς και άλλα πανεπιστήμια να δείξουν «την πρέπουσα υπευθυνότητα και να αποφύγουν την υιοθέτηση ανάλογων προγραμμάτων» εάν δεν ικανοποιηθούν προηγουμένως οι όροι και οι προϋποθέσεις που θέτουν.

Σύμφωνα με πληροφορίες της Voria.gr τη σχετική πρωτοβουλία ανέλαβαν δύο κοσμήτορες και ένας πρόεδρος Τμήματος του ΑΠΘ. Πρόκειται για τον Δημήτρη Μαυροσκούφη κοσμήτορα της Φιλοσοφικής Σχολής, τον Γρηγόρη Ζαρωτιάδη της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών και τον Άρη Στυλιανού, πρόεδρο του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών. Αφορμή για τη διακίνηση του κειμένου προς συλλογή υπογραφών, αποτέλεσε απόφαση της Συγκλήτου του ΑΠΘ, στις 20 Νοεμβρίου 2020 με την οποία ενέκρινε την ίδρυση του αγγλόφωνου ΠΠΣ της Ιατρικής το οποίο, σημειωτέον, θα είναι το πρώτο που θα λειτουργήσει στο ΑΠΘ και μόλις το δεύτερο στην Ελλάδα, μετά ένα ξενόγλωσσο Τμήμα το οποίο λειτουργεί ήδη στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Στοιχειοθετώντας τη διαφωνία τους με την ίδρυση του αγγλόφωνου ΠΠΣ της Ιατρικής οι κ. Μαυροσκούφης, Ζαρωτιάδης και Στυλιανού, αφού αναγνωρίζουν την ανάγκη ενίσχυσης της εξωστρέφειας των πανεπιστημίων, καθώς και την «αποφασιστική συμβολή της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας στην εξαγωγική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας», αναφέρουν ότι «η “εξαγωγή” υπηρεσιών των ελληνικών ΑΕΙ και η συνεπακόλουθη υιοθέτηση διδάκτρων για πολίτες άλλων χωρών που δεν συνεισφέρουν φορολογικά στον κρατικό προϋπολογισμό δεν μπορεί να αποτελέσει παράγοντα αλλοίωσης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης για τους Έλληνες πολίτες».

Επιπλέον, εκφράζουν την ανησυχία τους καθώς, όπως σημειώνουν, «πέρα από την αυτονόητη ενσωμάτωση αλλόγλωσσων εκπαιδευτικών υπηρεσιών προς εξυπηρέτηση των ανωτέρω, αυτές δεν πρέπει να υποκαταστήσουν την εκπαίδευση και την έρευνα στην ελληνική γλώσσα. Αντιθέτως, τα ΑΕΙ της χώρας οφείλουν να συνεχίσουν και να εντείνουν τη συνεισφορά τους στη συνεχή εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας, δεδομένης της ολοένα ταχύτερης ανάπτυξης της γνώσης και της τεχνολογίας διεθνώς».

Οι τρεις ακαδημαϊκοί αναγνωρίζουν ότι «κάποιες από τις παραπάνω θέσεις μας υπηρετούνται στο υπό ίδρυση αγγλόφωνο ΠΠΣ όπως για παράδειγμα η υποχρεωτική παροχή μαθημάτων ελληνικής γλώσσας στους ξένους πολίτες που θα μετέχουν» ωστόσο, όπως λένε, «διατηρούμε σοβαρές επιφυλάξεις για το πώς αυτό θα εξελιχθεί» και σε σχέση με «τα ζητήματα εισαγωγής και ισοτιμίας ακαδημαϊκών και επαγγελματικών προσόντων». Εκφράζουν παράλληλα φόβους ότι αυτό το εγχείρημα μπορεί να οδηγήσει σε ιδιωτικοποίηση ή και εμπορευματοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης.

«Ως εκ τούτου», τονίζουν, «διατυπώνουμε τη διαφωνία μας στο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο και την πρακτική της υποχρηματοδότησης, αλλά και τις συναρτώμενες σοβαρές επιφυλάξεις μας για το υπό ίδρυση αγγλόφωνο ΠΠΣ της Ιατρικής». Αναγνωρίζουν, δε, την ανάγκη να υπάρξει μια εναλλακτική αντιπρόταση «για την υποστήριξη της εξωστρεφούς ανάπτυξης των ΑΕΙ» και καλούν τα συνδικαλιστικά όργανα των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας (ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, διοικητικοί υπάλληλοι, φοιτητές), σε συνεργασία με τα συλλογικά όργανα διοίκησης και εκπροσώπησης των ΑΕΙ, να επεξεργαστούν αυτήν την πρόταση.

Τέλος, καλούν «το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας να δείξει την πρέπουσα υπευθυνότητα και να αποφύγει την υιοθέτηση ανάλογων προγραμμάτων, πριν να διασφαλιστεί η υπεράσπιση των ανωτέρω στο πλαίσιο ενός νέου νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου, το οποίο θα σέβεται τις παραδόσεις του δημόσιου πανεπιστημίου και δεν θα αμφισβητεί έμμεσα τις συνταγματικές επιταγές».