Επιστήμονες επισημαίνουν πως ο κορoνοϊός μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη νόηση και τη μνήμη ενός ανθρώπου

Μπορεί να έχουν περάσει περισσότερα από τέσσερα χρόνια από τότε που εντοπίστηκαν τα πρώτα κρούσματα του κορoνοϊού αλλά πολλές από τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του παραμένουν μέχρι σήμερα ασαφείς.

Ανησυχητικά είναι τα ευρήματα νέας μελέτης καθώς υποδηλώνουν ότι ο κορoνοϊός μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη νόηση και τη μνήμη ενός ανθρώπου, κάτι που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε μείωση του IQ.

Συγκεκριμένα σύμφωνα με μελέτη δημοσιεύθηκε την Πέμπτη στο New England Journal of Medicine, διαπιστώθηκε πως οι συμμετέχοντες που ανάρρωσαν από τα συμπτώματα του κορoνοϊού είχαν μείωση μέχρι και τρεις μονάδες IQ σε σύγκριση με εκείνους που δεν είχαν νοσήσει ποτέ.

Οι συμμετέχοντες που υπέφεραν από συμπτώματα του κορoνοϊού που διαρκούσαν έως 12 εβδομάδες ή περισσότερο, παρουσίασαν απώλεια της τάξεως των έξι μονάδων IQ.

Ωστόσο, οι ερευνητές τόνισαν πως η μείωση αυτή μπορεί να μην είναι μόνιμη.

Ο Adam Hampshire, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής στις επανορθωτικές νευροεπιστήμες στο Imperial College του Λονδίνου, δήλωσε πως η βελτίωση για όσους είχαν προηγουμένως μακροχρόνια συμπτώματα «μας δίνει μια μικρή ελπίδα ότι εκείνοι που παλεύουν με μακροχρόνια συμπτώματα κορoνοϊού αυτή τη στιγμή, όταν αυτά υποχωρήσουν, μπορεί να βιώσουν κάποια γνωστική ανάκαμψη».

Με βάση προηγούμενες μελέτες, οι ερευνητές «περίμεναν να δουν μεγάλη μείωση του IQ σε ανθρώπους που ήταν βαριά άρρωστοι, που ήταν σε εντατική θεραπεία» ανέφερε χαρακτηριστικά συμπληρώνοντας πως «εκπλαγήκαμε αρκετά όταν είδαμε διαφορές μεταξύ των ανθρώπων που είχαν συμπτώματα μικρής διάρκειας και της ομάδας χωρίς κορωνοϊό».

Η μελέτη περιελάμβανε μια σειρά από διαδικτυακές εργασίες που σχεδιάστηκαν για να μετρήσουν τη γνωστική λειτουργία των συμμετεχόντων.

Περισσότεροι από 140.000 άνθρωποι ολοκλήρωσαν τουλάχιστον μία από τις εργασίες, ενώ σχεδόν 113.000 ολοκλήρωσαν και τις οκτώ.

Πολλοί παράγοντες συμβάλλουν στη μείωση του IQ μετά τον κορoνοϊό
Παρότι δεν υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση σχετικά με τον ορισμό της «μακράς διάρκειας» του κορoνοϊού ή αλλιώς του «long covid» όπως αποκαλείται, η μελέτη εξέτασε αντ’ αυτού τη διάρκεια των συμπτωμάτων, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα των ατόμων που δεν είχαν κορoνοϊό με εκείνα που είχαν μολυνθεί αλλά ανάρρωσαν σε λιγότερο από τέσσερις εβδομάδες, με εκείνα που ανάρρωσαν μεταξύ τεσσάρων και 12 εβδομάδων και με εκείνα των οποίων τα συμπτώματα συνεχίστηκαν και μετά από αυτό.

Η μελέτη διαπίστωσε μεγαλύτερη γνωστική επίδραση μεταξύ των ατόμων που είχαν μολυνθεί νωρίτερα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενώ εκείνοι που εισήχθησαν στη μονάδα εντατικής θεραπείας είχαν ιδιαίτερα εντυπωσιακή απώλεια, που ισοδυναμεί με περίπου εννέα μονάδες IQ σε σύγκριση με τα άτομα που δεν είχαν κολλήσει ποτέ κορωνοϊό.

Μεταξύ των ατόμων που μολύνθηκαν με κορoνοϊό, η μελέτη διαπίστωσε επίσης «ένα μικρό γνωστικό πλεονέκτημα μεταξύ των συμμετεχόντων που είχαν λάβει δύο ή περισσότερους εμβολιασμούς» όταν προσβλήθηκαν από τον κορoνοϊό.

Τα τεστ κάλυψαν διάφορες πτυχές της γνωστικής απόδοσης, αλλά διαπίστωσαν ότι οι εργασίες που αφορούσαν τη μνήμη, τη συλλογιστική και τον προγραμματισμό «ήταν από τις πιο ευαίσθητες στις γνωστικές διαφορές» που σχετίζονται με τον κορoνοϊό.

«Τα αποτελέσματά μας επιβεβαίωσαν τις συσχετίσεις των γνωστικών ελλειμμάτων με τις διακυμάνσεις της διάθεσης και την κόπωση, αλλά και με μια ποικιλία άλλων συμπτωμάτων.

Ως εκ τούτου, είναι πιθανό ότι πολλαπλοί υποκείμενοι παράγοντες συμβάλλουν στη μείωση του IQ μετά τον κορoνοϊό», αναφέρεται παράλληλα στην μελέτη.

Ο καθηγητής δήλωσε ότι τα ευρήματα διευρύνουν επίσης την κατανόηση της «εγκεφαλικής ομίχλης», ενός συμπτώματος που αναφέρουν πολλοί πάσχοντες από «long covid».

Σημειώνεται ωστόσο πως η μελέτη είχε κάποιους περιορισμούς.

Οι ερευνητές δεν είχαν πληροφορίες σχετικά με τις γνωστικές ικανότητες των ατόμων πριν νοσήσουν και ως εκ τούτου συνέκριναν τα αποτελέσματά τους με εκείνα των συμμετεχόντων που δεν είχαν κολλήσει, αντί να μετρήσουν την αλλαγή στη δική τους νόηση.

Οι επιστήμονες σημείωσαν επίσης ότι μπορεί να υπήρξε κάποια μεροληψία στην επιλογή των συμμετεχόντων, καθώς εκείνοι που επηρεάζονται περισσότερο από τη γνωστική εξασθένηση μπορεί να μην είναι σε θέση ή να μην επιθυμούν να συμμετάσχουν στις γνωστικές αξιολογήσεις.

Η μελέτη προστίθεται στις έρευνες που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα σχετικά με την επίδραση των μακροχρόνιων συμπτωμάτων κορoνοϊού, τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν κόπωση, απώλεια μνήμης, πόνο στο στήθος, διάρροια και γρήγορους καρδιακούς παλμούς.

Μια άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο διαπίστωσε ότι ακόμη και οι ήπιες λοιμώξεις μπορούν να οδηγήσουν σε υψηλότερο κίνδυνο πνευμονικών προβλημάτων, κόπωσης, διαβήτη και ορισμένων άλλων προβλημάτων υγείας που είναι τυπικά χαρακτηριστικά του «long covid» δύο χρόνια αργότερα.

Με πληροφορίες από Washington Post

Πηγή:lifo