Συνέντευξη της Ρίτας Εμμανουηλίδου στη Νένα Μεϊμάρη*

Ρίτα, το πλούσιο background σου παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Θα ήθελα να μας αναφέρεις σε παρακαλώ μερικές από τις σπουδές σου, τις πόλεις που έζησες και πώς όλη αυτή η εμπειρία σε προετοίμασε για το σήμερα.

Νομίζω πως οι σπουδές μου είναι ο συνδυασμός των επιρροών των δύο γονιών μου: από τη μαμά μου πήρα την αγάπη για τη λογοτεχνία και από τον μπαμπά μου την αγάπη για την κριτική σκέψη. Ξεκίνησα, λοιπόν, με Αγγλική φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και στο Λος Άντζελες συνέχισα τις σπουδές μου στο UCLA, ξεκινώντας διδακτορικό στη Συγκριτική Λογοτεχνία.

Για κάποιον σαν κι εμένα που είχε ζήσει και σπουδάσει στην Ελλάδα, η εμπειρία σε αμερικανικό πανεπιστήμιο ήταν σαν ένα ταξίδι στο μέλλον, από άποψη οργάνωσης, υποδομών, κοινωνικού και ακαδημαϊκού επιπέδου, και πολυπολιτισμικότητας. Σε ταπεινώνει μια τέτοια εμπειρία, σε αναγκάζει να επανεξετάσεις τις γνώσεις σου, τις προκαταλήψεις σου, τη θέση σου και τη θέση της χώρας σου σε έναν πιο μεγάλο χάρτη.

Ενώ σπούδαζα, εργαζόμουν στο Shoah Institute στο UCS, όπου επεξεργαζόμασταν βιντεοσκοπημένες μαρτυρίες επιζώντων του Ολοκαυτώματος. Εγώ μαζί με άλλους Έλληνες συναδέλφους δουλεύαμε με τις μαρτυρίες στα ελληνικά. Υπάρχουν περίπου τριακόσιες μαρτυρίες επιζώντων Ελλήνων εβραίων, και τις παρακολούθησα όλες. Ήταν μία συγκλονιστική εμπειρία.

Το 2007 επέστρεψα στην Ευρώπη για οικογενειακούς λόγους. Έμεινα στο Λονδίνο, όπου συνέχισα το διδακτορικό μου στο King’s College και παράλληλα δούλευα στο Ελληνικό Κέντρο διδάσκοντας ελληνικά. Στο Λονδίνο γνώρισα τον άντρα μου, ο οποίος ήθελε να μετακομίσουμε στην Ελλάδα! Γυρίσαμε λοιπόν το 2010, μετά από δέκα χρόνια απουσίας για εμένα.

Ωστόσο, έκλεισε αυτό το κεφάλαιο για σένα, για να αρχίσει ένα άλλο, εντελώς διαφορετικό. Πώς νιώθεις για αυτό; Ουσιαστικά, πόσο εύκολο είναι για ένα άτομο, να αφήσει κάτι γνώριμο και να μπει σε αχαρτογράφητα νερά;

Λατρεύω τα αχαρτογράφητα νερά! Νιώθω ότι αν μείνω για πολύ καιρό στην ίδια ρουτίνα, βαλτώνω. Το άγνωστο με συναρπάζει. Όσο δεν κυνηγάμε το άγνωστο και δε λαχταράμε να βγαίνουμε από τα οικεία, δημιουργούμε μια ψευδή αίσθηση της πραγματικότητας. Οριζόμαστε δηλαδή από τον μικρόκοσμο που μας περιβάλλει και λειτουργεί σαν ηχώ των ίδιων αντιλήψεων. Πρέπει να βγαίνουμε από αυτόν τον μικρόκοσμο, να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από άλλα μάτια, να βλέπουμε τον εαυτό μας μέσα από άλλα μάτια.

Όταν, για παράδειγμα, ήμουν στην Αμερική, ήταν ένα σοκ για ‘μένα πόσο μικρή και σχετικά ασήμαντη είναι η Ελλάδα για τον υπόλοιπο κόσμο. Όταν έχεις μεγαλώσει με αφηγήσεις πατριωτικού μεγαλείου και εθνικής περηφάνειας, είναι φυσικό να δημιουργείς μια ψευδή εικόνα για την αληθινή θέση και ισχύ της χώρας σου στον παγκόσμιο χάρτη. Στο UCLA είχα συναδέλφους από την Αίγυπτο, το Ιράν, τις Ονδούρες, την Αρμενία… Και επιπλέον πέτυχα τον ακαδημαϊκό χώρο σε μία μεταβατική περίοδο αποδόμησης και απομυθοποίησης των κλασικών συγγραφέων, το οποίο άλλαξε το «κέντρο» μου ακόμα περισσότερο. Όταν συνειδητοποιείς πόσο περιορισμένος υπήρξε ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο και τον εαυτό σου, η συνεχής πορεία προς αχαρτογράφητα νερά είναι μονόδρομος.

Αυτή η αγάπη σου για «δημιουργία» είναι φανερή σε όλα, αρχίζοντας από τις ίδιες τις δημιουργίες σου, όπως επίσης και στον χώρο που δημιουργείς. Κατά την γνώμη σου, τι σημαίνει να είσαι δημιουργική; Τι μας συμβαίνει όταν δημιουργούμε; Πώς επηρεάζει την ψυχή μας;

Υπάρχουν πολλά κλισέ για την «εσωτερική ανάγκη» για δημιουργία, αλλά η αλήθεια είναι ότι για εμένα η δημιουργία είναι μία διέξοδος. Φανταστείτε ένα τεράστιο σχεδιάγραμμα με άπειρες διακλαδώσεις, γεμάτο με σκέψεις, εικόνες και σημειώσεις που συνεχώς μετακινούνται και δημιουργούν νέες σχέσεις μεταξύ τους. Μερικές φορές γίνεται μια τέτοια μαγική ένωση και νιώθω πραγματικά σαν να ανάβει ένα λαμπάκι μέσα στο μυαλό μου, και τότε κάτι πρέπει να κάνω για να εκφραστεί.

Για χρόνια αυτό το έκανα γραπτώς, στο διδακτορικό μου. Όταν έκλεισε αυτό το κεφάλαιο στη ζωή μου, ένιωσα την ανάγκη να αρχίσω να δουλεύω με τα χέρια μου, να δημιουργήσω κάτι πιο χειροπιαστό. Η διανοητική εργασία με είχε κουράσει. Είναι σαν ένα τέρας που συνεχώς μετουσιώνεται, καθώς συνεχώς αλλάζουμε, ωριμάζουμε, έχουμε διαφορετικές εμπειρίες και ανάγκες, και οι σκέψεις μας μετουσιώνονται και αυτές όσο γράφουμε. Οπότε είναι πολύ δύσκολο να βάλεις τελεία σε ένα κεφάλαιο και να πεις «αυτά είχα να πω» καθώς όσο το γράφεις δημιουργούνται νέες σκέψεις που οδηγούν σε άλλα μονοπάτια και συμπεράσματα, ενώ η χειρωνακτική εργασία είναι διαφορετική. Έχει πιο ξεκάθαρη αρχή μέση και τέλος, και το αποτέλεσμα είναι κάτι απτό – το βλέπουμε, το πιάνουμε.

Όταν πιάνω λοιπόν τα πινέλα μου, το μυαλό μου ηρεμεί και ταξιδεύει, έχω να επικεντρωθώ στην τεχνική που θα ακολουθήσω, στα χρώματα που θα συνδυάσω… Και το τελειωμένο αποτέλεσμα δίνει τέτοια ικανοποίηση και χαρά, καθώς νιώθω ότι έκανα ένα έπιπλο, ένα αντικείμενο πιο όμορφο, του έδωσα νέα φορεσιά και νέα ζωή, και για ανθρώπους σαν κι εμένα που νιώθουν συναισθηματικό δέσιμο με αντικείμενα, αυτό μου δίνει πολλή χαρά.

Χρώματα κιμωλίας. Τι είναι και πώς τα χρησιμοποιείς;

Τα χρώματα κιμωλίας είναι συνυφασμένα ως φιλοσοφία με την «καλλιτεχνική ανακύκλωση» – upcycling στα αγγλικά. Δηλαδή, παίρνουμε κάτι παλιό και το «αναβαθμίζουμε», του δίνουμε νέα ζωή και ίσως νέα χρήση. Τα χρώματα είναι πανεύκολα στη χρήση, καθώς δεν χρειάζεται τρίψιμο ή ειδική προετοιμασία στην επιφάνεια και γι’ αυτό είναι ιδανικά ακόμα και για αρχάριους. Αυτά που χρησιμοποιώ εγώ, τα Vintage Paint, είναι απολύτως φυσικά και οικολογικά (πιστοποίηση EcoLabel). Αυτό σημαίνει ότι βάφουμε με ασφάλεια για την υγεία μας και για το περιβάλλον.

Με τι αντικείμενα ασχολείσαι; Πώς τα βλέπεις από την αρχή και πώς θέλεις να τα δεις στο τέλος της δουλειάς σου; Δώσε μας ένα παράδειγμα.

Βάφω τα πάντα! Μπορεί να βρω ένα παλιό βάζο, ένα κηροπήγιο, έναν δίσκο ή ένα μεγάλο έπιπλο και αμέσως αρχίζω να σκέφτομαι πώς μπορώ να το μεταμορφώσω. Όταν πρόκειται για δουλειά για πελάτη, τα πράγματα είναι πιο εύκολα, καθώς ακολουθώ το γούστο τους. Όταν όμως πρόκειται για δικό μου αντικείμενο, εκεί δυσκολεύουν τα πράγματα! Οι άπειρες επιλογές που έχω από άποψη τεχνικών και χρωμάτων μπορεί να με μπλοκάρουν, και να κάνω μήνες μέχρι να αποφασίσω πώς θα το βάψω!

Πάντως, σε γενικές γραμμές υπάρχουν κάποια βήματα που ακολουθούμε για να βάψουμε ένα έπιπλο – ή αντικείμενο. Το πρώτο που βλέπουμε είναι σε τι χώρο θα μπει. Τι άλλα έπιπλα έχει ο χώρος; Τι χρώματα επικρατούν; Τι χρώμα έχει ο τοίχος μπροστά στον οποίο θα μπει το έπιπλο; Τι ύφος έχει ο χώρος – μοντέρνο, κλασικό, εθνίκ… Ο χώρος είναι φωτεινός ή όχι; Με βάση όλες αυτές τις πληροφορίες, αποφασίζουμε τα χρώματα, και αναλόγως με το γούστο του πελάτη διαλέγουμε και χαλκομανίες, στένσιλ, πόμολα…

Όταν λοιπόν έρχεται μπροστά μου το έπιπλο το βλέπω σαν καμβά. Μαζεύω τα πινέλα μου και τα εργαλεία μου, σαν ζωγράφος, και ξεκινάω. Μπορεί στην πορεία να με πάει αλλού η διαδικασία, σε άλλη τεχνική ή διαφορετικό χρώμα, οπότε πάντα το έχουμε και αυτό υπόψη: μερικές φορές το έπιπλο θα σου «πει» πώς να βαφτεί. Ακούγεται λίγο κλισέ, αλλά είναι αλήθεια.

Θεωρείς ότι είναι απαραίτητο το ταλέντο για να ασχοληθούμε με ένα τέτοιο project;

Θα πω ένα εμφατικό όχι! Χρειάζεται μεράκι και προσήλωση και πολλή εξάσκηση. Κι εγώ έτσι ξεκίνησα και έμαθα.

Μου αρέσει που βλέπω την «παράδοση» στην δουλειά σου. Μιλάς για «την ροδιά δίπλα στο άσπρο πιθάρι». Κατά πόσο η προσωπική και η πολιτιστική μας παράδοση μπορεί να αποτελέσει πηγή και έμπνευση της έκφρασής μας;

Για ‘μένα η έμπνευση έρχεται από τις προσωπικές μου αναμνήσεις και εμπειρίες. Η ροδιά και το αγαπημένο μου πιθάρι μου γεννούν παιδικές αναμνήσεις από το σπίτι στο χωριό και τους γονείς μου. Ο καθένας μας βρίσκει τι τον εμπνέει και τι εσωτερικές ανάγκες θέλει να ικανοποιήσει. Για παράδειγμα, ο μπαμπάς μου είχε μεγάλη αγάπη για τη λαϊκή παράδοση (παραδοσιακή μουσική, δημοτικά τραγούδια, κτλ.) καθώς και για τη βυζαντινή μουσική. Εμένα πάντα με τραβούσε το άγνωστο, το ξένο, το διαφορετικό από εμένα και τον κόσμο γύρω μου. Θα τολμούσα να πω ότι πάντα ένιωθα ξένη εδώ και ένιωθα την ανάγκη να βρω πού ανήκω. Η παράδοση, λοιπόν, με ενδιαφέρει μόνο συγκριτικά και συμπεριληπτικά, γι’ αυτό και στις σπουδές μου επέλεξα συγκριτική γραμματολογία.

Μίλησέ μας για τα σεμινάρια για αρχάριους, τα Πρωινά Μαθήματα και για τα διάφορα βιντεάκια που έχει το ρεπερτόριό σου. Δώσε μας πληροφορίες πώς μπορούμε να παρακολουθήσουμε τη δουλειά σου.

Ως πρώτο βήμα θα σας έλεγα να επισκεφτείτε το κανάλι μου στο YouTube, Kalliristi Vintage. Εκεί έχω ανεβάσει πολλά βιντεάκια για αρχάριους αλλά και για προχωρημένους. Επίσης, μπορείτε να μπείτε στην ομαδούλα μας στο Facebook, όπου θα γνωρίσετε και άλλες κυρίες με αγάπη για το βάψιμο. Εκεί ανταλλάζουμε ιδέες και συμβουλές και απαντάμε σε ερωτήσεις! Είμαστε ωραία παρεούλα.

Για όσους θέλουν να πάρουν μέρος σε Εργαστήριο, μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί μου για να κλείσουν θέση. Συνήθως τα εργαστήρια γίνονται Τετάρτη απόγευμα στις 6. Το φυσικό κατάστημά μου είναι στην οδό Θεσσαλονίκης 84, και είμαι ανοιχτά Δευτέρα με Παρασκευή 10 με 2.

Πώς θα ενθάρρυνες ένα άτομο το οποίο δεν έχει ενδιαφέρον ούτε και ταλέντο να δημιουργήσει, γνωρίζοντας ότι δημιουργώντας με τα χέρια μας είναι ψυχοθεραπεία;

Ελάτε σε ένα σεμινάριο! Όχι μόνο θα σας φύγει ο «φόβος» του αρχάριου, αλλά μόλις κρατήσετε στα χέρια σας τη δημιουργία σας, σας εγγυώμαι ότι δε θα θέλετε να σταματήσετε να βάφετε!

*Η Νένα Μεϊμάρη ήταν επί χρόνια εκπαιδευτικός με πλούσιο ακαδημαϊκό υπόβαθρο σε δημόσιο σχολείο της Βοστώνης. Συνταξιούχος, πλέον, ασχολείται με την αρθρογραφία και τον εθελοντισμό. Πρόσφατα δημιούργησε το πρώτο blog για χήρες και στήριξη αυτών με τίτλο Είμαι Χήρα – Έχω Φωνή και ολοκλήρωσε το πρώτο της βιβλίο Σου γράφω γιατί υπάρχεις. Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί της στο email της ignnen@gmail.com.