(Σημείωση: Το παρόν κείμενο είναι το πρώτο μιας σειράς τριών άρθρων της κας Νένας Μεϊμάρη, τα οποία έχουν ως θέμα το μεταναστευτικό. Θα ακολουθήσει αύριο Τετάρτη 24 Μαρτίου το δεύτερο μέρος -μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ– και την Πέμπτη 25 Μαρτίου το τρίτο μέρος).

 

Της Νένας Μεϊμάρη

«Η ανθρώπινη ιστορία είναι ιστορία μεταναστεύσεων. Οι λόγοι της μετανάστευσης, όμως, είναι εξαιρετικά πολλοί και υπάρχουν πολλών λογιών μεταναστεύσεις. Με μια αδρομερή σκιαγράφηση, μπορούμε να πούμε ότι άλλοτε οι άνθρωποι αφήνουν τις εστίες τους άγρια, λυσσώντας για κατάκτηση, άλλοτε ειρηνικά, διψώντας για το καλύτερο, κι άλλοτε απεγνωσμένα, κυνηγημένοι από τη συμφορά» (Από το βιβλίο Θεολογία της μετανάστευσης στις Αβρααμικές θρησκείες: Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Ισλάμ, Elaine Padilla και Peter C. Phan [επιμ.]).

Η παράγραφος αυτή θα μπορούσε να είναι ολόκληρο το άρθρο μου. Τα λέει όλα γιατί μιλάμε για το μεταναστευτικό, ένα φαινόμενο από καταβολής κόσμου που εξελίσσεται όλο και περισσότερο σε σημείο που σήμερα το 3% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε μία χώρα διαφορετική από την γενέτειρά του, σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.

Εάν δεν έχει αγγίξει εμάς τους ίδιους και τις οικογένειές μας, ίσως έχει αγγίξει φίλους ή συμπολίτες μας. Κάποιοι έχουν φύγει, κάποιοι άλλοι έχουν έρθει.

Στη δεκαετία του ’60 και ’70 δεν ήταν λίγοι αυτοί που ξενιτεύτηκαν από την Κατερίνη στην Αμερική, στον Καναδά, την Αυστραλία ή τη Γερμανία. Εγκαταστάθηκαν στην καινούρια τους πατρίδα και άρχισαν την νέα τους προσαρμογή σε κάτι καινούριο. Άρχισαν οι στόχοι τους να μπαίνουν σε εφαρμογή. Υπήρχαν και κάποιοι που αναζήτησαν παράνομους δρόμους προκειμένου να φτάσουν στον προορισμό που αναζητούσαν.

Υπολογίζεται ότι υπάρχουν πάνω από 7.000.000.000 Έλληνες που ζουν μόνιμα στο εξωτερικό. Στις μέρες μας, οικογένειες στέλνουν τα παιδιά τους για σπουδές στο εξωτερικό ή για επαγγελματική αποκατάσταση. Το θεωρούμε και κάπως φυσιολογικό μιας και ο κόσμος γεωγραφικά έχει μικρύνει με την ανάπτυξη της τεχνολογίας που βοήθησε την εύκολη και γρήγορη μετακίνηση και επικοινωνία. Βλέπουμε, όμως, και ξένους να εγκαθίστανται στις γειτονιές μας και να αρχίζουν μια νέα ζωή στην πόλη μας. Κι αυτό είναι φυσιολογικό στην εποχή μας.

Το μεταναστευτικό το έζησα προσωπικά όταν η ίδια εγκαταστάθηκα στη Βοστόνη των Ηνωμένων Πολιτειών για σπουδές και παρέμεινα για δουλειά. Ήταν μια πολύ όμορφη εμπειρία για εμένα. Το έζησα, ιδιαίτερα στο τέλος της δεκαετίας του 1980, όταν πρόσφυγες από το Βιετνάμ, την Καμπότζη και το Λάος κατέφθαναν με απίστευτες δυσκολίες στην πόλη της Βοστόνης. Προς στιγμήν, η πόλη τραντάχτηκε γιατί έπρεπε να φροντίσει τις άμεσες ανάγκες πάρα πολλών προσφύγων. Τότε ήταν που συγκροτήθηκε μια ομάδα από πολιτικούς της πόλης, εκπαιδευτικούς, την αστυνομία και κοινωνικές υπηρεσίες και δομές και καταρτίστηκε μια λεπτομερής στρατηγική και ένα βιώσιμο σχέδιο για να δοθούν άμεσες λύσεις.

Σαν πρώτο βήμα, δόθηκαν 10 υποτροφίες στο University of Massachusetts Boston για προγράμματα ESL/EFL (εκμάθηση της αγγλικής ως ξένης γλώσσας και τη διδασκαλία της αγγλικής ως δεύτερης ξένης γλώσσας). Είχα την τύχη και την τιμή να είμαι ένα από αυτά τα άτομα και για δύο χρόνια παρακολουθούσαμε μαθήματα στον τομέα αυτό (θεωρητική και εφαρμοσμένη γλωσσολογία, ψυχογλωσσολογία, κοινωνιογλωσσολογία, κτλ.) ώστε να μπορέσουμε να βοηθήσουμε τους ξένους μαθητές μας να ενταχθούν και να προσαρμοστούν στον αμερικανικό τρόπο μάθησης (στο σχολικό σύστημα και την παιδαγωγική της Αμερικής). Το δεύτερο βήμα ήταν η δημιουργία τμημάτων εκπαίδευσης ενηλίκων για τους γονείς των παιδιών καθώς η μάθηση της γλώσσας σε μια νέα χώρα είναι απαραίτητη. Το τρίτο βήμα ήταν η ισχυρή κοινωνική υποστήριξη μέσω των κοινωνικών υπηρεσιών (για αναζήτηση εργασίας, ιατρική περίθαλψη, αναζήτηση κατοικίας, κτλ.)

Μετά από μια διετία, το μεταναστευτικό στη Βοστόνη δεν αποτελούσε πλέον ζήτημα. Λίγο ή πολύ, όλα είχαν μπει στη θέση τους.

Η μεγαλύτερη τοπική εφημερίδα –Boston Globe– κάλυψε το θέμα πολύπλευρα με κάθε λεπτομέρεια. Ο τρόπος αντιμετώπισης των προσφύγων ήταν ανθρώπινος και το περιεχόμενο των άρθρων αντικατόπτριζε σεβασμό και αξιοπρέπεια προς τους ανθρώπους αυτούς. Η εφημερίδα έδωσε στους αναγνώστες πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητά τους και τι έγινε μετά από την άφιξή τους.

Διαβάζω ένα απόσπασμα: «Andrew Chook,τράπηκε σε φυγή από τις μαχόμενες πεδιάδες της Καμπότζης στο Cambridge της Μασαχουσέτης και είναι πλέον επιχειρηματίας. Farnkh Kohistani, από την Καμπούλ στη Βοστόνη, αποφοίτησε αργότερα από το Boston College. (Αποφοίτησα κι εγώ από το Boston College με μεταπτυχιακό στη Γαλλική Λογοτεχνία). Huong Nguyen από τη Saigon στη Βοστόνη. Joe Porteleki, πρόσφυγας σε δομή στην Αυστρία, κατέφτασε στη Βοστόνη και πλέον είναι επιχειρηματίας.

Η πλουραλιστική νοοτροπία των ντόπιων στη Βοστόνη – έχοντας παρόμοια εμπειρία στο γενεαλογικό τους δέντρο κάποια στιγμή στη ζωή τους – αγκάλιασαν τους νεοφερμένους, φέρθηκαν φιλικά απέναντί τους και τους προσέλαβαν στις επιχειρήσεις τους, κατανοώντας ότι η ειρήνη και η αρμονία αποτελούν ουσιώδη στοιχεία για την κανονικότητα.

Χρειάστηκε πολύς κόπος και προσπάθεια και από τις δύο πλευρές για να φτάσουμε σε ένα επίπεδο ισορροπίας, όπως συνήθως συμβαίνει σε όλα στη ζωή.