Νέο τοπίο στις εισφορές των επαγγελµατιών – Μειώνονται τα ασφάλιστρα για κύρια σύνταξη, επικουρική & εφάπαξ
Εντελώς νέο τοπίο στην ασφάλιση των ελεύθερων επαγγελµατιών, των αυτοαπασχολούµενων και των αγροτών φέρνει το πολυαναµενόµενο νοµοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, τις βασικές διατάξεις του οποίου παρουσιάζει σήµερα αποκλειστικά το «Έθνος».
Με 37 άρθρα το σχέδιο νόµου, που κατατίθεται στη Βουλή εντός της εβδοµάδας, µειώνει τα ασφάλιστρα κύριας σύνταξης, επικουρικής και εφάπαξ για 250.000 επιτηδευµατίες και αγρότες -σύµφωνα µε τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ-, ενώ ρυθµίζει και σωρεία άλλων ασφαλιστικών και εργασιακών ζητηµάτων. Στο νέο σύστηµα πέφτουν σηµαντικά έως και 33% οι υποχρεωτικές εισφορές προς τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ, µε στόχο να δοθεί «ανάσα» στις ανελαστικές υποχρεώσεις των επιτηδευµατιών. Το ετήσιο όφελος κυµαίνεται από 200 έως 4.690 ευρώ για ελεύθερους επαγγελµατίες και αυτοαπασχολούµενους.
Ταυτόχρονα, ωστόσο, εισάγεται µε ξεκάθαρη διαδικασία η δυνατότητα επιλογής των ασφαλισµένων να καταβάλλουν οποτεδήποτε θελήσουν υψηλότερες εισφορές µε µία αίτησή τους στον ΕΦΚΑ, ώστε αυτό να αντανακλαστεί και στον υπολογισµό της ανταποδοτικής τους σύνταξης. Τα ελάχιστα ασφάλιστρα παραµένουν ως έχουν στο 20% του κατώτατου µισθού.
Η κύρια σύνταξη
Αναλυτικά, το άρθρο 1 αντικαθιστά το άρθρο 39 του νόµου Κατρούγκαλου από τότε που ίσχυσε και, µεταξύ άλλων, προβλέπει: «Από 1/1/2017, το ποσοστό της µηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης, που καταβάλλουν τα πρόσωπα, παλαιοί και νέοι ασφαλισµένοι, κατά τη διάκριση του Ν. 2084/1992, τα οποία υπάγονται ή θα υπάγονταν, σύµφωνα µε τις γενικές, ή ειδικές, ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου, στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, ανέρχεται σε ποσοστό 20%.
Από 1/1/2019 το ποσοστό του προηγούµενου εδαφίου διαµορφώνεται σε 13,33%, µε την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παρ. 3». Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 είναι η επόµενη επίµαχη διάταξη που διατηρεί τη σηµερινή ελάχιστη εισφορά ορίζοντας πως «από 1/1/2019 η ελάχιστη µηνιαία εισφορά για τον κλάδο κύριας σύνταξης δεν µπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού µισθού άγαµου µισθωτού άνω των 25 ετών». ∆ιευκρινίζεται, µάλιστα, πως στις περιπτώσεις ελεύθερου επαγγελµατία ή αυτοαπασχολούµενου που απασχολείται παράλληλα ως µισθωτός σε καθεστώς µερικής απασχόλησης, η µηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισµού διαµορφώνεται αφού αφαιρεθούν οι αποδοχές της µερικής απασχόλησης.
Οι ασφαλισµένοι έχουν τη δυνατότητα µε µία αίτηση στον ΕΦΚΑ να καταβάλουν όποτε θελήσουν υψηλότερες εισφορές
Αυτό σηµαίνει πως η ρύθµιση ακουµπά ελεύθερους επαγγελµατίες και αυτοαπασχολούµενους µε ετήσιο καθαρό φορολογητέο εισόδηµα πάνω από 7.032 ευρώ. Εφόσον αυξηθεί ο κατώτατος µισθός από τον Ιανουάριο του 2019, αντίστοιχα θα αναπροσαρµοστεί και η ελάχιστη βάση της κατώτατης εισφοράς, οπότε η ελάφρυνση θα ξεκινά από ετήσια εισοδήµατα της τάξης των 7.500 ευρώ περίπου. ∆ιευρύνεται έτσι το πλήθος όσων «πέφτουν» στο κατώτατο όριο και δηµιουργείται µια επιπλέον ζώνη αυτοαπασχολούµενων που θα µπορούν να είναι ενήµεροι µε την κατώτατη εισφορά.
Στο ίδιο άρθρο ορίζεται πως βάση υπολογισµού είναι το φορολογητέο εισόδηµα συν οι καταβλητέες εισφορές, ενώ ταυτόχρονα προβλέπεται: «Οι ασφαλισµένοι µε αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, µπορούν να επιλέξουν ανώτερη βάση υπολογισµού των ποσοστιαίων εισφορών από εκείνη που προκύπτει βάσει του µηνιαίου εισοδήµατός τους. Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισµού, ο κλάδος υπέρ του οποίου θα εισφέρει και το χρονικό διάστηµα εφαρµογής της, επιλέγεται από τους ασφαλισµένους µε την αίτησή τους.Η εφαρµογή της νέας βάσης υπολογισµού αρχίζει από την πρώτη του επόµενου µήνα υποβολής της αίτησης και παύει να ισχύει αυτοδικαίως, οποτεδήποτε προκύψει ανώτερη βάση υπολογισµού, βάσει του µηνιαίου εισοδήµατος, καθώς και από τον επόµενο µήνα από την ανάκληση της αίτησης».
250 χιλιάδες επιτηδευματίες και αγρότες θα δουν τις εισφορές τους να μειώνονται έως και 33%
Αν ο ασφαλισµένος επιλέξει να καταβάλλει υψηλότερη εισφορά, δεν θα εφαρµόζονται οι εκπτώσεις 5% – 50% του νόµου Κατρούγκαλου για τους αυτοαπασχολούµενους του ΕΤΑΑ. Για τους λοιπούς που θα καταβάλλουν την υποχρεωτική εισφορά οι εκπτώσεις διατηρούνται ως έχουν σήµερα, δηλαδή επί του αθροίσµατος των εισφορών για κύρια σύνταξη και για υγεία. Αντιστοίχως µειώνονται τα µεταβατικά ασφάλιστρα και για τους νέους επιστήµονες που έχουν έως 5 έτη δραστηριότητας.
Η διάταξη προσθέτει άρθρο στον νόµο Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016), ώστε το ασφάλιστρο κύριας σύνταξης των νέων επιστηµόνων µε δραστηριότητα έως 5 έτη να πέσει στο 13,3% έναντι 14% την πρώτη 2ετία και 17% την επόµενη 3ετία. Στο ίδιο άρθρο προβλέπεται η διατήρηση για την ελάχιστη εισφορά της υπερκατώτατης βάσης υπολογισµού στο 70% του κατώτατου µισθού (σήµερα 410 ευρώ). ∆ηλαδή όλοι οι νέοι επιστήµονες µε ετήσιο εισόδηµα έως 5.000 ευρώ περίπου θα καταβάλλουν την κατώτατη εισφορά για σύνταξη, στα 57 ευρώ (συν 6,95%, δηλαδή περίπου 30 ευρώ, για υγειονοµική περίθαλψη).
Οι αγρότες
Ταυτόχρονα, προβλέπεται και εδώ η δυνατότητα καταβολής υψηλότερης εισφοράς από την υποχρεωτική σε εθελοντική βάση. Στο µοντέλο που προβλέπεται και σήµερα η διαφορά από τη γενική ελάχιστη εισφορά συνιστά οφειλή. Με άλλο άρθρο µειώνονται οι εισφορές των αγροτών.
43€ είναι η νέα εισφορά επικουρικής ασφάλισης για όλους ανεξαρτήτως εισοδήματος
Η διάταξη αντικαθιστά το άρθρο 40 του νόµου Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016), ώστε το ασφάλιστρο κύριας σύνταξης των αγροτών του πρ. ΟΓΑ να ακολουθήσει νέα µεταβατική περίοδο και να συγκλίνει στο 13,3% και όχι στο 20%. Ετσι διαµορφώνεται πλέον ως εξής: το 2019 στο 12%, το 2020 στο 12,67%, το 2021 στο 13% και το 2022 στο 13,3%. Οι ελάχιστες εισφορές διατηρούνται όπως και στις υπόλοιπες κατηγορίες ως έχουν, µε την υπερ-κατώτατη δηλαδή βάση υπολογισµού στο 70% του κατώτατου µισθού και τα ποσοστά ως είχαν. Το ετήσιο όφελος ξεκινά από τα 195,96 ευρώ και φτάνει έως και τα 4.200 ευρώ, χωρίς να υπολογίζεται το ασφάλιστρο της υγείας (6,95%), που παραµένει σταθερό.
Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ