H ιστορία ενός από τους σπουδαιότερους μπάρμαν στον κόσμο

Για σχεδόν 30 χρόνια, το μπαρ Χέμινγουεϊ, ένα καταφύγιο μόλις 34 θέσεων με επένδυση από ξύλο βελανιδιάς στο Ritz Paris, ήταν ένας προορισμός για απαιτητικούς Παριζιάνους και επισκέπτες του ξενοδοχείου, που αναζητούσαν ένα τέλειο ποτό από τα χέρια του Colin Field.

Ο Colin Field θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους μπάρμαν στον κόσμο αλλά πλέον δεν είναι στο Ritz.

Αυτό έπαψε να ισχύει στις 15 Μαΐου, όταν, δύο μέρες πριν από τα 62α γενέθλιά του, ο Colin Field σέρβιρε το τελευταίο του ποτό στο Χέμινγουεϊ.

Ο Colin Field δημιούργησε το Rivkin Martini, με βότκα και λεμόνι που σερβίρεται σε ποτήρι παγωμένο στους -23 βαθμούς Κελσίου.

Το σούπερ μόντελ Κέιτ Μος, που πηγαίνει στο μπαρ από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, είναι μία μόνο από τις διασημότητες που ήταν πελάτισσές του.

Ο Colin Field «κάνει τη σωστή φασαρία για να νιώσεις ξεχωριστή, σαν να είσαι ο μόνος πελάτης στον χώρο» είπε Κέιτ Μος.

Εκείνη ήταν η έμπνευση για μια άλλη εφεύρεση του Field, την Kate 76 (βότκα, χυμός γκρέιπφρουτ και σαμπάνια). Ο Colin Field ήταν εκείνος που φρόντισε τους καλεσμένους στον γάμο της Κέιτ Μος με τον Βρετανό ρόκερ Τζέιμι Χινς το 2011.

Και εκείνη έγραψε τον πρόλογο για το βιβλίο του, «The Ritz Paris: Mixing Drinks, a Simple Story». Εκεί τον περιέγραψε ως «έναν συνδυασμό από τέσσερα μέρη: γενναιόδωρου οικοδεσπότη, νεραϊδονονού, καλλιτέχνη και πνευματικού οδηγού».

«Θα μου λείψουν αυτός και οι ιστορίες του», είπε σε πρόσφατη συνέντευξή της.

Η Anya Firestone, γεννημένη στη Νέα Υόρκη ειδικός τέχνης και ξεναγός στο Παρίσι, που γνώρισε τον σύζυγό της στο μπαρ του Χέμινγγουέι παρομοίασε τον Colin Field με το παγάκι στο Clean Dirty Martini, ένα κοκτέιλ που του πήρε 10 χρόνια για να το τελειοποιήσει.

«Το Hemingway Bar είναι σαν μια μικρή πόλη και ο Colin είναι ο δήμαρχος. Δεν μπορώ να φανταστώ το μέρος χωρίς αυτόν» είπε.

«Λατρεύω το Ritz, και το Ritz με αγαπάει. Ήταν μια όμορφη εμπειρία. Αλλά ήρθε η ώρα να προχωρήσω» είπε ο Colin Field.

O ίδιος ωστόσο, εχέμυθος όπως είναι, δίστασε να αποκαλύψει τα ονόματα των διάσημων πελατών του. «Ως μπάρμαν, θα πρέπει να σεβαστώ την ιδιωτικότητά τους», είπε. Αλλά αποκάλυψε ότι έχει υπηρετήσει διασημότητες, δημοσιογράφους, συγγραφείς, σχεδιαστές μόδας, και «αρκετούς Batman» και «όλους τους James Bond».

«Ο Πιρς Μπρόσναν ερχόταν μόνος του και έλεγε: «Τι να πιώ;» θυμάται ο Filed. «Ίσως ένα dry Martini, κύριε», έλεγα, και θα του έκανα το πιο τέλειο dry Martini. Στο δικό μου μικρό κεφάλι, είχα σερβίρει τον Τζέιμς Μποντ».

Ο Field αποφάσισε ότι ήθελε να γίνει μπάρμαν κατά τη διάρκεια μιας σχολικής εκδρομής στο Παρίσι όταν ήταν έφηβος. Μαγεύτηκε από τους διακεκριμένους σερβιτόρους του καφέ της πόλης. Για εκείνον αντιπροσώπευαν τον ρομαντισμό και την ελευθερία.

Όταν επέστρεψε στο σπίτι στο Ράγκμπι της Αγγλίας, έστησε ένα μπαρ στην κρεβατοκάμαρά του, με σκαμπό, γυάλινα σκεύη, μπουκάλια. Στα 18 του έστειλε γράμμα στο Ritz για δουλειά.

«Μου έστειλαν ένα υπέροχο γράμμα που έγραφε: «Μόλις ολοκληρώσετε τη σχολή σας, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας». Αποταμίευσε τα χρήματά του για να φοιτήσει στη σχολή Ferrandi στην αριστερή όχθη του Παρισιού.

Όταν τελείωσε, έκανε ξανά αίτηση στο Ritz, αλλά του είπαν ότι δεν ανταποκρίνεται ακόμη στα πρότυπά τους. Στη συνέχεια εργάστηκε για εστιατόρια και μπαρ σε όλη την πόλη, συμπεριλαμβανομένου του L’Hôtel, όπου πέθανε ο Όσκαρ Ουάιλντ το 1900. Ήταν εκεί, στο «μπουντρούμι υπόγειο μπαρ», είπε ο Field που γνώρισε για πρώτη φορά την Κέιτ Μος, με τον Τζόνι Ντεπ τότε. Αν και ήταν ικανοποιημένος με τη δουλειά του, το Ritz τον έλκυε ακόμα.

Και ήταν λογικό: από τη στιγμή που ο Ελβετός ξενοδόχος César Ritz άνοιξε το Ritz στην Place Vendôme το 1898, θεωρείται ως το επιστέγασμα της φιλοξενίας.

Ο Αιγύπτιος επιχειρηματίας Mohamed al-Fayed αγόρασε το Ritz το 1979. Για να αναβιώσει το Le Petit Bar, το μετονόμασε σε μπαρ Χέμινγουεϊ, μετά από πρόταση του Claude Décobert, επικεφαλής του Bar Cambon του ξενοδοχείου.

Για να προωθήσει το μπαρ, ο Mohamed al-Fayed κάλεσε όλη την οικογένεια Χέμινγουεϊ. Αλλά το rebranding δεν πέτυχε. Έκλεισε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και έγινε χώρος δεξιώσεων.

Το 1994, ο Mohamed al-Fayed ήθελε να προσπαθήσει ξανά. Ο Field, ο οποίος μέχρι τότε ήταν βραβευμένος μπάρμαν, είχε δώσει συνέντευξη για μια θέση στο Bar Vendôme του ξενοδοχείου δύο χρόνια νωρίτερα, αλλά ανεπιτυχώς.

Αλλά τότε τον θυμήθηκαν ότι ο Filed ήταν λογοτεχνικός τύπος και σκέφτηκε ότι μπορεί να ταίριαζε πολύ στο μπαρ Χέμινγουεϊ. Το ξενοδοχείο τον εντόπισε και του πρότεινε τη δουλειά.

Άνοιξε τις πόρτες στις 25 Αυγούστου, στην 50ή επέτειο από την απελευθέρωση του Παρισιού μετά από τέσσερα χρόνια γερμανικής κατοχής.

«Ήμουν μόνος μου και, πριν από τα κινητά τηλέφωνα, οι άνθρωποι δέχονταν κλήσεις στο μπαρ», είπε. «Εκεί, προσπαθούσα να φτιάξω ένα κοκτέιλ, να δώσω τον λογαριασμό και να απαντήσω και να παραδώσω το τηλέφωνο ταυτόχρονα. Γι’ αυτό άρχισα να σερβίρω νερό με μια φέτα αγγούρι μόλις κάθονταν οι πελάτες: γιατί δεν μπορούσα να τους πάω αμέσως την παραγγελία τους και το αγγούρι σε ηρεμεί και σε βάζει σε δεκτική διάθεση» αποκάλυψε ο Field.

Με την επιτυχία του μπαρ, ο Field μπόρεσε να προσλάβει επιπλέον προσωπικό. Mια από τις βοηθούς του, η Anne-Sophie Prestail, που ήρθε το 2006, αναλαμβάνει τώρα επικεφαλής του μπαρ.

Με τα χρόνια, ο Field στόλισε το μέρος με αναμνηστικά του Χέμινγουεϊ. Τα αγόραζε με τα tips που έπαιρνε από τους πελάτες.

«Ώρα να καθαρίσουμε τα τραπέζια και να ξεκινήσουμε ξανά», είπε ο Field. «Ο Τζέιμς Μποντ δεν είναι ο μόνος που ζει δύο φορές».

 

 

Με πληροφορίες των New York Times

Φωτ.: François Goize

Πηγή:lifo.gr