Πάνω από 7000 απολιθώματα ζώων, σχεδόν 3.500 φυτά -ενδημικά της Ελλάδας και όχι μόνο- και ένας μεγάλος αριθμός ορυκτών, βγαίνουν από τις κούτες στα υπόγεια του τμήματος Γεωλογίας του Α.Π.Θ., καθαρίζονται και στολίζονται στις βιτρίνες. Υπερσύγχρονος εξοπλισμός ψηφιακής τεχνολογίας υπόσχεται ένα συναρπαστικό ταξίδι στη γέννηση του σύμπαντος, στην ανάπτυξη της ζωής φυτών και ζώων στην Ελλάδα, στις απαρχές της προϊστορίας. Όλα αυτά σύντομα θα βρίσκονται στο νέο, Αριστοτέλειο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.

Ξεχωριστό και εμβληματικό εύρημα οι απολιθωμένες χελώνες που βρέθηκαν σε Πλειοκαινικές αποθέσεις γύρω από τον Θερμαϊκό κόλπο και συγκεκριμένα στον Μακρύγιαλο Πιερίας,  ηλικίας περίπου 5 εκατ. χρόνων. Οι χελώνες αποκαλύφθηκαν χάρη στον ερευνητή, απόφοιτο του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, Βαγγέλη Βλάχο και η σχετική ενότητα στο Μουσείο θα  περιλαμβάνει τη γεωλογική ιστορία της περιοχής την περίοδο των χελωνών, τη χλωρίδα και την πανίδα.

Στην ίδια αίθουσα θα βρίσκονται τμήμα μετεωρίτη, βασλαμωμένα ζώα, όπως πίθηκοι, πρωτόγονα θηλαστικά και σπάνια ορυκτά του βορειοελλαδικού χώρου, αλλά και του Λαυρίου, που έχουν παγκόσμιο ενδιαφέρον.

Εκεί θα εκτεθεί και το κρανίο του αρχάνθρωπου των Πετραλώνων, (το εκμαγείο του φυσικά, καθώς το πρωτότυπο φυλάσσεται σε ειδικό χώρο στο Μουσείο Γεωλογίας-Παλαιοντολογίας-Παλαιονθρωπολογίας του Τμήματος Γεωλογίας), ο οποίος έζησε από 700 ως 200.000 χρόνια πριν και πιστεύεται ότι ήταν ο τελευταίος κοινός πρόγονος του σύγχρονου ανθρώπου και των Νεάντερνταλ. Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας θα προβάλλει την ιστορία του, τη συμβολή στην εξέλιξη του ανθρωπίνου είδους και τη σημασία του στον ελλαδικό χώρο μαζί με τα άλλα αντίστοιχα κρανία και παλαιοανθρωπολογικά ευρήματα.

Την περασμένη Τρίτη έγινε ομόφωνα και με ενθουσιασμό αποδεκτή από το Επιστημονικό Συμβούλιο του Αριστοτέλειου Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Θεσσαλονίκης, η μουσειολογική μελέτη για το νέο μουσείο που θα κοσμεί την παραλία της πόλης και πλέον είναι θέμα χρόνου να εξοπλιστεί και να υποδεχτεί το κοινό.

«Φτάνουμε στο τέλος μιας ιστορίας, μιας επιθυμίας, ενός οράματος φιλόδοξου, για τη λειτουργία του Αριστοτέλειου Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Θεσσαλονίκης, στο λιμάνι της πόλης. Με έναν πλούτο εκθεμάτων που σήμερα βρίσκονται στην κατοχή του Τμήματος Γεωλογίας, το Μουσείο επιχειρεί να συστήσει τον περιβαλλοντικό πολιτισμό με τρόπο σύγχρονο, εύληπτο και εντυπωσιακό», λέει στη Voria, o πρόεδρος του Δ.Σ. του Μουσείου, ομότιμος καθηγητής Γεωλογίας Α.Π.Θ., Σπύρος Παυλίδης.

Στεγάζεται σε κτήριο της πρώην Ναυτικής Διοίκησης, στην είσοδο της Α΄ προβλήτας, το οποίο παραχωρήθηκε από την ΟΛΘ Α.Ε. στον δήμο Θεσσαλονίκης και το 2019 επί διοίκησης Γιάννη Μπουτάρη πέρασε στο πανεπιστήμιο για τις ανάγκες του Μουσείου.

Οι απαρχές ωστόσο για την ίδρυση ενός Μουσείου Φυσικής Ιστορίας πηγαίνουν σχεδόν μισό αιώνα πίσω, όταν, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του Δ.Σ. ομότιμο καθηγητή Βιολογίας Α.Π.Θ., Χαρίτων-Σαρλ Χιντήρογλου, «διάφοροι καθηγητές του Φυσιογνωστικού Τμήματος της τότε Φυσικομαθηματικής Σχολής που διαχωρίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970, σε Τμήμα Βιολογίας και Γεωλογίας, διατύπωναν κάθε φορά που είχαμε πρυτανικές εκλογές στην αναγκαιότητα ίδρυσης ενός τέτοιου Μουσείου».

Ο διδάκτορας Γεωλογίας του Α.Π.Θ., Μάρκος Βαξεβανόπουλος, ο οποίος συνέταξε τη μουσειολογική μελέτη εξηγεί στη Voria, πώς θα είναι και τι θα περιλαμβάνει.

«Η βασική ιδέα θέλει οι επισκέπτες να κάνουν ένα ταξίδι στον χώρο και στον χρόνο. Αυτό θα ξεκινά από τη μεγάλη έκρηξη πριν 13,7 εκατομμύρια χρόνια, τη δημιουργία της γης πριν 4,54 εκατομμύρια χρόνια και συνεχίζει με την εμφάνιση της ζωής και την εξέλιξή της. Η ιστορία της φύσης διδάσκεται μέσα από την πορεία του επισκέπτη στο Μουσείο χωροχρονικά. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στα χαρακτηριστικά των γεωλογικών και βιολογικών στοιχείων στην εγγύς περιοχή της Θεσσαλονίκης, της Μακεδονίας και γενικότερα της Ελλάδας. Οι επισκέπτες μαθαίνουν για τα ορυκτά και τα πετρώματα του τόπου τους, τα γεωλογικά φαινόμενα, όπως ρήγματα και σεισμοί, την εξέλιξη του βιόκοσμου και η περιήγηση καταλήγει σε ειδικά θέματα, όπως η εξελικτική πορεία του ανθρώπου (Homo Sapiens) και η εξέλιξη της γεωμορφολογίας και των φυτικών και ζωικών οργανισμών του Θερμαϊκού κόλπου.

Σκοπός της επίσκεψης στο Αριστοτέλειο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Θεσσαλονίκης θα είναι να γίνουν αντιληπτές στους επισκέπτες σημαντικές έννοιες της φύσης, όπως η γεωποικιλότητα και η βιοποικιλότητα μέσα από την παρουσίαση των εκθεμάτων και των λοιπών μέσων μετάδοσης της πληροφορίας. Επίσης είναι θεμιτό να γίνει σαφές το πόσο εύθραυστες είναι οι ισορροπίες που δομούν τον πλανήτη μας και πώς μπορούμε να συνεισφέρουμε στην προστασία τους μέσα από την κατανόησή τους», αναφέρει ο κ. Βαξεβανόπουλος.

Τα εκθέματα παρουσιάζονται με μοντέρνο τρόπο, γίνεται χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας, ενώ στόχος είναι να διοργανώνονται εκπαιδευτικά προγράμματα και παράλληλες εκδηλώσεις. Τα μέσα που χρησιμοποιούνται είναι ενημερωτικές πινακίδες, οθόνες επεξήγησης, τα εκθέματα στις προθήκες και προβολέας animation. Θα υπάρχουν επίσης επιστημονικές προτάσεις για την Πράσινη Μετάβαση και τη χρήση της Πράσινης Ενέργειας και οικολογικών τρόπων για έναν κόσμο αειφορικό και βιώσιμο.

Το Αριστοτέλειο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Θεσσαλονίκης έχει δύο μεγάλες αίθουσες εκθέσεων και δύο μικρότερες για μουσειογραφικά προγράμματα.

Όλα τα εκθέματα προέρχονται από το εργαστήριο και τις αποθήκες του Τμήματος Γεωλογίας, που σήμερα μικρός αριθμός τους είναι γνωστός και λίγα εκτίθενται στο μουσείο που λειτουργεί εντός του.

Ως πρώτη περιοδική έκθεση προτείνεται η εξέλιξη του Θερμαϊκού κόλπου χωρικά και χρονικά με έμφαση στα ευρήματα των τιτανοχελώνων, τη σύγχρονη χλωρίδα-πανίδα και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, ενώ σε ειδική ενότητα θα τοποθετηθούν οι ζωγραφικοί πίνακες Γερμανού καθηγητή Ζωολογίας, τους οποίους αγόρασε το Α.Π.Θ. στο τέλος του 19ου αιώνα για την εκπαίδευση των φοιτητών και σήμερα είναι ανυπολόγιστης αξίας.

Το Α.Π.Θ. έχει διαθέσει 200.000€ για την ανακαίνιση του κτηρίου -η οποία σύμφωνα με τον κ. Παυλίδη έπρεπε να είχε τελειώσει εδώ και μήνες- και τα μέλη του Δ.Σ. αναζητούν χρηματοδότηση για τον εξοπλισμό του χώρου και τη λειτουργία των εκθέσεων.

«Το Μουσείο είναι απαραίτητο για την πόλη και αποτελεί όραμα πολλών χρόνων της εκπαιδευτικής κοινότητας. Βρίσκεται δε σε ένα πολύ κεντρικό σημείο μέσα στο λιμάνι, από το οποίο καθημερινά διέρχεται πολύς κόσμος, κυρίως νέοι και αποτελεί μοναδική ευκαιρία να γνωρίσουν την ιστορία του τόπου και του πλανήτη μας, μέσα από την εξέλιξη του περιβαλλοντικού πολιτισμού», τονίζει ο κ. Παυλίδης και ευελπιστεί να παραδοθεί σύντομα το κτήριο και να βρεθεί χρηματοδότηση -ακόμη και μέσω χορηγιών- για τον εξοπλισμό του.

Πηγή: voria