Το κρύο επιδεινώνει τα συμπτώματα των χρόνιων παθήσεων
Καθώς διανύουμε το χειμώνα καλό θα ήταν να γνωρίζουμε πώς να προασπίσουμε την υγεία μας ενάντια στις καιρικές συνθήκες, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το σώμα μας είναι κατάλληλα σχεδιασμένο ώστε να ενεργοποιεί μηχανισμούς που μας προστατεύουν και διατηρούν τη θερμοκρασία του σώματος σε πιθανές αλλαγές της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος.
Για τους ανθρώπους με χρόνια προβλήματα υγείας ωστόσο, η πτώση της θερμοκρασίας συνεπάγεται την επιδείνωση των διαφόρων συμπτωμάτων τους. Αυτά μεταξύ άλλων επισημαίνει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Μαρία Βλιώρα, ερευνήτρια στο Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας FAME Laboratory της Σχολής Επιστήμης Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού – Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΣΕΦΑΑ.
Η ίδια παραθέτει ενδεικτικά κάποιες από τις περιπτώσεις αυτές αλλά και χρήσιμες πληροφορίες για την αντιμετώπιση των καταστάσεων αυτών. Για τη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι ένα ποσοστό της τάξεως του 8.5% (περίπου 600.000 άτομα!) των ανθρώπων πάσχουν από αυτή. Και εξηγεί:
«Η νόσος αυτή προκαλεί στένωση των αεραγωγών των πνευμόνων και μερική καταστροφή του πνευμονικού ιστού, με αποτέλεσμα να προκαλείται δύσπνοια. Πολλοί ασθενείς με ΧΑΠ παραπονιούνται έντονα τους χειμερινούς μήνες και σημειώνουν ότι τα συμπτώματά τους επιδεινώνονται ιδιαίτερα λόγω του κρύου.
Αυτό συμβαίνει διότι στην περίοδο του χειμώνα το αναπνευστικό μας σύστημα είναι πολύ περισσότερο πιεσμένο σε σχέση με τις υπόλοιπες εποχές. Η χαμηλή θερμοκρασία του εισπνεόμενου αέρα είναι ικανή να συρρικνώσει ακόμη περισσότερο τις αναπνευστικές οδούς με αποτέλεσμα η αναπνοή να γίνεται πολύ δυσκολότερη στους πάσχοντες από ΧΑΠ».
Η κ. Βλιώρα, τονίζει πως ιδιαίτερα στην περίοδο του χειμώνα, οι ασθενείς με ΧΑΠ θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί αφού ασθένειες όπως ακόμα και το κοινό κρυολόγημα μπορούν να αποβούν πολύ επιβαρυντικές για την υγεία τους. Το British Lung Foundation προτείνει μερικές πολύ απλές συμβουλές για την προάσπιση της υγείας των πασχόντων από ΧΑΠ.
Συγκεκριμένα προτείνεται, οι ασθενείς να παραμένουν όσο το δυνατόν δραστήριοι ώστε να παράγεται θερμοκρασία από το σώμα. Οι ήπιες ασκήσεις σε εσωτερικό χώρο είναι ένας καλός τρόπος για να είναι κάποιος δραστήριος και ζεστός, ενώ συστήνεται να μην περνά περισσότερο από μία ώρα αδρανής. Τα ζεστά ροφήματα και γεύματα, μπορούν επίσης να βοηθήσουν.
Οι άσκοπες μετακινήσεις σε εξωτερικούς χώρους θα πρέπει να αποφεύγονται, ωστόσο εάν κανείς πρέπει να βγει, καλό είναι να προτιμά να αναπνέει από τη μύτη και όχι από το στόμα και να καλύπτει τις αναπνευστικές οδούς με μια μάσκα ή ένα κασκόλ. Εννοείται ότι σε σοβαρές περιπτώσεις πνευμονοπάθειας οι ασθενείς θα πρέπει να έρχονται σε επαφή με το γιατρό τους, για το αν πρέπει να κάνουν το αντιγριπικό εμβόλιο, ή αυτό του πνευμονιόκοκκου.
Ακόμα μια πάθηση του αναπνευστικού που επιδεινώνεται στο κρύο είναι το άσθμα. Παρόλο που τα επιδημιολογικά δεδομένα σχετικά με το άσθμα στην Ελλάδα είναι κάπως περιορισμένα, υπολογίζεται, σύμφωνα με την ερευνήτρια, ότι τουλάχιστον το 8% του πληθυσμού υποφέρει από κρίσεις άσθματος. Οι κρίσεις αυτές, εξηγεί, αυξάνονται σε συχνότητα αλλά και βαρύτητα σε περιόδους με χαμηλές θερμοκρασίες αφού ο κρύος αέρας και η υγρασία μπορούν να προκαλέσουν συστολή των αεραγωγών και έξαρση των συμπτωμάτων όπως ο βήχας, η δύσπνοια και ο αναπνευστικός συριγμός.
Σύμφωνα με την κλινική του Cleveland, οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα ερεθίζουν τους αεραγωγούς με αποτέλεσμα να γίνονται πιο ευαίσθητοι και να προκαλείται φλεγμονή και τα συμπτώματα του άσθματος να γίνονται πολύ χειρότερα. Επιπρόσθετα, οι εποχιακές ασθένειες όπως ο ιός της γρίπης και το κρυολόγημα επιδεινώνουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση και την αντιμετώπισή της.
Για το λόγο αυτό, και στην περίπτωση του άσθματος, συμπεραίνει, προτείνεται η κάλυψη της μύτης και του στόματος με ένα κασκόλ και ο περιορισμός της άσκησης σε εξωτερικό περιβάλλον. Τέλος για όσους χρησιμοποιούν κάποια ειδική αγωγή θα πρέπει να τηρούν τις οδηγίες με τις οποίες τους έχει χορηγηθεί.
Ιδιαίτερη αναφορά η κ. Βλιώρα, κάνει για την αρθρίτιδα – σήμερα είναι γνωστά περισσότερα από εκατό (!) είδη αρθρίτιδας, στα οποία τα συμπτώματα ποικίλουν. Ο αριθμός των ενηλίκων, επισημαίνει, που πάσχουν είναι ιδιαίτερα αυξημένος ενώ υπάρχουν και πάρα πολλές περιπτώσεις παιδιών που εμφανίζουν αρθρίτιδα από πολύ μικρή ηλικία. Όσον αφορά τα συμπτώματα της αρθρίτιδας, σύμφωνα με την ερευνήτρια, εμφανίζονται ιδιαίτερα επιβαρυμένα τις περιόδους που η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι πολύ χαμηλή. Για να εξηγήσει:
«Σε μία πρόσφατη μελέτη από το Tufts University, βρέθηκε ότι για κάθε 10° C μείωση στη θερμοκρασία του περιβάλλοντος, ο πόνος που ένιωθαν οι συμμετέχοντες αυξανόταν με ανάλογο ρυθμό. Με άλλα λόγια η χαμηλή θερμοκρασία και ατμοσφαιρική πίεση και η αυξημένη κατακρήμνιση οδηγούν σε εντονότερα συμπτώματα της αρθρίτιδας. Προτείνεται λοιπόν σε όσους πάσχουν από αρθρίτιδα να ακολουθούν μια ισορροπημένη διατροφή καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, να ασκούνται συχνά με τη συμβουλή ειδικών αλλά και να προσέχουν το σωματικό τους βάρος ώστε να μην επιβαρύνονται. Σε περιόδους με πολύ κρύο, τα βοηθητικά αυτά μέτρα δεν συστήνονται απλά, αλλά κρίνονται απαραίτητα για την καλύτερη διαχείρηση των συμπτωμάτων».
Η ερευνήτρια καταλήγει τονίζοντας:
«Αυτές είναι τρεις μόνο περιπτώσεις χρόνιων παθήσεων οι οποίες μπορούν να επιδεινωθούν με την επέλαση του χειμώνα και από τις εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες την περίοδο αυτή. Ιδιαίτερη έξαρση παρατηρείται και σε ψυχικές παθήσεις ή δερματικές νόσους κατά τους χειμερινούς μήνες αλλά και σε όσες παθήσεις έχουν άμεση σχέση με τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος.
Το μήνυμα θα πρέπει να είναι ένα: Μην αγνοείτε τα εντονότερα συμπτώματα που μπορεί να εμφανίζονται αυτή την περίοδο. Παρατηρείτε την εξέλιξη τους και αποφύγετε τις διάφορες συνήθειες που μπορούν να επιβαρύνουν την υγεία σας. Είτε είστε λάτρεις του χειμώνα, είτε φίλοι της ζέστης και του καλοκαιριού, να λαμβάνεται υπ’όψιν σας τα μηνύματα που στέλνει το σώμα σας στην προσπάθεια να προσαρμοστεί στις διαφορετικές θερμοκρασίες. Η λήψη απαραίτητων μέτρων για την προάσπιση της υγείας μας είναι πολύ σημαντική ιδιαίτερα σε περιπτώσεις χρόνιων νοσημάτων».