Τουλάχιστον τρία εκατοστά προς τα νοτιοδυτικά (!) μετακινήθηκε η Ζάκυνθος από τον μεγάλο σεισμό μεγέθους 6,6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε τα ξημερώματα της περασμένης Παρασκευής.

Αυτό υποστηρίζει μιλώντας στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» ο διευθυντής Ερευνών στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Αστεροσκοπείου Αθηνών δρ. Αθανάσιος Γκανάς επικαλούμενος τις αναλύσεις δορυφορικών εικόνων της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Διαστήματος.

Ο σεισμός προκλήθηκε στο δυτικό τμήμα του λεγόμενου Ελληνικού Τόξου (δηλαδή πάνω στα ρήγματα που το συγκροτούν). Πρόκειται για το σημείο όπου η αφρικανική λιθοσφαιρική πλάκα βυθίζεται κάτω από την ευρασιατική και συγκρούονται κινούμενες προς αντίθετες κατευθύνσεις. Η αφρικανική κινείται βορειοανατολικά και η ευρασιατική νοτιοδυτικά.

Με τα έως τώρα δεδομένα, ο μηχανισμός γέννησης του σεισμού δείχνει δύο ρήγματα. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Θανάση Γκανά, «οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη ξεκάθαρη εικόνα για το ποιο ρήγμα τον προκάλεσε».

 

 

Οι ειδικοί χαρακτηρίζουν τον σεισμό της Παρασκευής επιφανειακό: το εστιακό του βάθος δεν ξεπερνάει τα 10 χλμ., ενώ το επίκεντρό του ήταν στη θαλάσσια περιοχή 50 χλμ. νοτιοδυτικά της πόλης της Ζακύνθου. Μάλιστα προκλήθηκε και τσουνάμι ύψους γύρω στα 70 εκατοστά, σύμφωνα με τον Ευθύμιο Λέκκα, που έφθασε στην Ιταλία σε 56 λεπτά.

Έτσι, όπως υποστηρίζει ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ/ καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής, Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών Ευθύμιος Λέκκας, οι ασυνήθιστα μικρές ζημιές που προκλήθηκαν από έναν τόσο μεγάλο σεισμό οφείλονται στα εγκάρσια ρήγματα. «Καθώς τα σεισμικά κύματα κινούνταν προς βορρά, τα εγκάρσια ρήγματα που έπαιξαν τον ρόλο του αποσβεστήρα και του ανακλαστήρα ανέκοψαν ένα μέρος της ενέργειας που κατευθυνόταν προς τη Ζάκυνθο» εξηγεί.

Από την πλευρά του, ο διευθυντής του Κέντρου Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Γεράσιμος Παπαδόπουλος βάζει άλλη μια παράμετρο. «Μια και ο σεισμός προκλήθηκε σε θαλάσσια περιοχή, υπήρξε μια απόσταση ασφαλείας, με τη θάλασσα να λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας» αναφέρει. «Το γεγονός ότι τη γλιτώσαμε στη Ζάκυνθο δεν πρέπει να μας εφησυχάζει» τονίζει ο καθηγητής Σεισμολογίας / διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Άκης Τσελέντης. «Υπάρχουν πόλεις στον ελλαδικό χώρο με τεράστια σεισμική επικινδυνότητα».

Σύμφωνα με τον καθηγητή Γεωφυσικής στο ΑΠΘ Κώστα Παπαζάχο η απόσταση των 50 χλμ. λειτουργούσε ως δικλίδα ασφαλείας. Οπως λέει: «Αν ήταν μικρότερη, τότε οι σεισμικές κινήσεις θα ήταν δεκαπλάσιες».

Κατά τον Κώστα Παπαζάχο η περιοχή έχει ιστορικό διέγερσης γειτονικών ρηγμάτων ή γειτονικών τμημάτων του ίδιου ρήγματος. Ετσι, τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί, ακόμη και το ενδεχόμενο ενός ντόμινο. Οπως επισημαίνει, ο σεισμός της Καλαμάτας μεγέθους 6,4 (1997) οδήγησε λίγες μέρες αργότερα στον σεισμό των Στροφάδων μεγέθους 6,6 Ρίχτερ. «Αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται να υπάρχει αυτό το ενδεχόμενο, αλλά πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση» συμπληρώνει.