Επιστημονική έρευνα βρήκε σύνδεση μεταξύ πρώιμης έκθεσης και βρογχικών συμπτωμάτων σε ενήλικες χωρίς προηγούμενα πνευμονικά προβλήματα

Η ατμοσφαιρική ρύπανση που εισπνέεται κατά την παιδική ηλικία είναι ένας από τους παράγοντες για την υγεία των πνευμόνων των ενηλίκων, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.

Η προέλευση της μελέτης χρονολογείται από το 1992, όταν οι ερευνητές άρχισαν να διερευνούν τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε ομάδες παιδιών στην Καλιφόρνια. Ορισμένα από αυτά τα παιδιά είναι σήμερα 40 ετών.

Η Δρ. Έρικα Γκαρσία και οι συνεργάτες της από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας απευθύνθηκαν σε περισσότερους από 1.300 ανθρώπους, οι οοποίοι απάντησαν και συμπλήρωσαν λεπτομερή ερωτηματολόγια σχετικά με το εισόδημα, τον τρόπο ζωής τους (συμπεριλαμβανομένου του καπνίσματος), τα σπίτια και την υγεία τους.

Αυτό αντιστοιχίστηκε με την υγεία τους στην παιδική τους ηλικία και την τοπική ατμοσφαιρική ρύπανση όταν μεγάλωναν.

Το πρώτο εύρημα ήταν ότι τα άτομα με υψηλότερη έκθεση στην παιδική ηλικία σε σωματιδιακή ρύπανση και διοξείδιο του αζώτου είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης βρογχιτικών συμπτωμάτων ως ενήλικες.

Η σχέση αυτή ήταν ισχυρότερη για όσους είχαν αναπτύξει άσθμα και πνευμονικά προβλήματα ως παιδιά, πράγμα που σημαίνει ότι τα άτομα αυτά είχαν μια ευπάθεια που συνεχίστηκε και στην ενήλικη ζωή.

Το δεύτερο εύρημα ήταν απροσδόκητο: υπήρχε σχέση μεταξύ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην παιδική ηλικία και των βρογχιτικών συμπτωμάτων στην ενήλικη ζωή για άτομα που δεν είχαν πνευμονικά προβλήματα ως παιδιά. Αυτό υποδηλώνει ότι η βλάβη από την ατμοσφαιρική ρύπανση στην παιδική ηλικία μπορεί να εκδηλωθεί μόνο στην ενήλικη ζωή.

«Αυτό ήταν έκπληξη. Πιστεύαμε ότι οι επιδράσεις των ατμοσφαιρικών ρύπων στο παιδικό άσθμα ή στα βρογχιτικά συμπτώματα θα ήταν μια σημαντική οδός μέσω της οποίας η παιδική έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση επηρεάζει την αναπνευστική υγεία των ενηλίκων» δήλωσε η Έρικα Γκαρσία.

Ήταν σημαντικό για τη μελέτη να γίνει διάκριση μεταξύ των μόνιμων επιπτώσεων της έκθεσης κατά την παιδική ηλικία και των επιπτώσεων του αέρα που αναπνέεται ως ενήλικες. Ως εκ τούτου, οι ερευνητές εξέτασαν την πρόσφατη έκθεση κάθε ατόμου στην ατμοσφαιρική ρύπανση και την έλαβαν υπόψη στην ανάλυσή τους.

«Θέλαμε να δούμε αν η έκθεση στην παιδική ηλικία εξακολουθούσε να σχετίζεται με βρογχιτικά συμπτώματα των ενηλίκων, ακόμη και μετά τον έλεγχο της τρέχουσας έκθεσης, και αυτό συνέβη» υπογράμμισε η Γκαρσία.

Στη Βρετανία, ξεχωριστή έρευνα δείχνει ότι η «κληρονομιά» της αιθαλομίχλης του 1952 στο Λονδίνο συνεχίζεται ακόμη. Οι ερευνητές μελέτησαν ενήλικες που είχαν βιώσει την αιθαλομίχλη του 1952 ενώ ήταν έμβρυα ή κάτω του ενός έτους. Ως παιδιά, είχαν 20% μεγαλύτερη πιθανότητα άσθματος και, αν και στα όρια της στατιστικής σημαντικότητας, 10% μεγαλύτερη πιθανότητα άσθματος ως ενήλικες σε σύγκριση με άτομα που δεν βίωσαν το νέφος.

Η ατμοσφαιρική ρύπανση έχει αλλάξει πολύ από τη δεκαετία του 1950, ακόμη και από τη δεκαετία του 1990, αλλά μελέτες στη Στοκχόλμη και το Λονδίνο εξακολουθούν να δείχνουν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση του 21ου αιώνα μειώνει την ανάπτυξη των πνευμόνων των παιδιών. Αυτό σημαίνει μικρότερους πνεύμονες ως ενήλικες και μια πιθανή δια βίου κληρονομιά για την υγεία.

«Αυτό υπογραμμίζει τη σημασία της μείωσης της έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση για όλους, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών που βρίσκονται σε περίοδο αυξημένης ευπάθειας στις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης» σημείωσε η Έρικα Γκαρσία, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας.

 

 

Με πληροφορίες από Guardian

Πηγή:lifo