Η Δρ Σούζαν Λαβ, ένα από τα πιο δημοφιλή και αμφιλεγόμενα πρόσωπα στον πόλεμο εναντίον του καρκίνου του μαστού, που αναμόρφωσε τόσο του ρόλου του γιατρού όσο και του ασθενούς, πέθανε στις 2 Ιουλίου σε ηλικία 75 ετών.

Σχεδόν 300.000 γυναίκες στις ΗΠΑ θα λάβουν φέτος διάγνωση διηθητικού καρκίνου του μαστού. Για πολλές η πρώτη αντίδραση θα είναι να συλλέξουν όσες περισσότερες πληροφορίες μπορούν, να ψάξουν στο ίντερνετ, να διαβάσουν και να ρωτήσουν τους γιατρούς τους σε μια προσπάθεια να κατανοήσουν την ασθένειά τους και να ακολουθήσουν την καλύτερη διαδρομή για την ανάκαμψη.

Το γεγονός ότι υπάρχει τόσο μια σειρά από επιλογές θεραπείας όσο και μια πληθώρα πληροφοριών που είναι διαθέσιμες σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού οφείλεται εν μέρει στη Δρ. Susan Love, τη χειρουργό, ερευνήτρια, συγγραφέα και ακτιβίστρια που πέθανε στο σπίτι της στο Λος Άντζελες στο ηλικία 75 ετών, από υποτροπιάζουσα λευχαιμία, με την οποία είχε διαγνωστεί το 2012, όπως ανέφεραν οι New York Times.

«Η πανταχού παρούσα, ενεργητική, ειλικρινής, για αρκετούς αμφιλεγόμενη (και ενίοτε θρασύς, σύμφωνα με κάποιες αρνητικές κριτικές), Dr. Love βοήθησε στην αναμόρφωση του ρόλου τόσο του γιατρού όσο και του ασθενούς απέναντι στη θεραπεία του καρκίνου του μαστού, ο οποίος σκοτώνει περισσότερες από 43.000 γυναίκες στις ΗΠΑ ετησίως», σημειώνουν οι Times .

 

Η Λαβ έδειξε σκεπτικισμό απέναντι στη μαστεκτομή ως θεραπεία του καρκίνου, λέγοντας ότι όπου είναι εφικτό οι χειρουργοί πρέπει να αφαιρούν μόνο το καρκινικό εξόγκωμα και να συνεχίζουν με ακτινοβολία. «Το να θέλεις να κρατήσεις το στήθος σου δεν είναι ματαιοδοξία», είπε κάποτε. «Πρόκειται για την επιλογή σου να παραμείνεις ένας αρτιμελής άνθρωπος».

«Η Δρ. Η Susan Love ήταν «πρωτεργάτης των θεραπειών για τον καρκίνο που ήταν λιγότερο επεμβατικές από τις παραδοσιακές μεθόδους, τις οποίες περιέγραφε ως “κόψιμο, κάψιμο και δηλητήριο”», ανέφερε στο Twitter η Δρ. Elaine Schattner, πρώην ογκολόγος και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο: “From Whispers to Shouts: The Ways We Talk About Cancer”.

Αμφισβήτησε την αξία των μαστογραφιών για τις νεαρές γυναίκες, καθώς ο πυκνός ιστός του μαστού τους καθιστά δύσκολο τον εντοπισμό του καρκίνου μέσω αυτής της εξέτασης. Συνέστησε στις γυναίκες να περιμένουν μέχρι την ηλικία των 50 ετών για να υποβληθούν σε ετήσια μαστογραφία, αλλά οι περισσότεροι γιατροί εξακολουθούν να προτρέπουν τις γυναίκες να ξεκινούν μαστογραφίες από την ηλικία των 40 ετών.

Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1990, εξέφρασε αμφιβολίες για τα οφέλη της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της εμμηνόπαυσης. «Η θέση της δικαιώθηκε μερικά χρόνια αργότερα, όταν διαπιστώθηκε ότι η θεραπεία αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού, για καρδιακές παθήσεις και για εγκεφαλικά», αναφέρουν οι Times.

Ενθάρρυνε τις ασθενείς να αναλαμβάβουν ενεργό ρόλο στη θεραπεία τους και να μην φοβούνται να αμφισβητούν ακόμη και τους γιατρούς τους, σε μια εποχή που στη συντριπτική πλειοψηφία τους ήταν άντρες. Προέτρεψε επίσης τους γιατρούς και άλλους επαγγελματίες υγείας να είναι πολύ προσεκτικοί.

Η Δρ Λαβ που αρχικά είχε αποφασίσει να γίνει μοναχή, ξεκίνησε την ιατρική της σταδιοδρομία ως γενικός χειρουργός συνειδητοποιώντας νωρίς ότι η μάχη κατά του καρκίνου του μαστού θα συνοδευόταν από πολιτικές και ιατρικές διαμάχες. Η ίδια, οπλισμένη με σθένος, αλλά και με άριστες επιστημονικές γνώσεις κινήθηκε συχνά αντίθετα στο κύμα της ορθόδοξης ιατρικής πρακτικής.

Ως διευθύντρια του Κέντρου Μαστού του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, Λος Άντζελες, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, «η Λαβ απέρριψε το τυπικό πρωτόκολλο που ήθελε μια ασθενή να τρέχει σε όλη την πόλη με τις ακτινογραφίες της μέσα στην τσάντα της για να δει τον έναν ειδικό μετά τον άλλον και να τους περιμένει να βγάλουν απόφαση», αναφέρουν οι Los Angeles Times .

Η Λαβ πρόσφερε σε κάθε νέα ασθενή ένα μαγνητόφωνο για να κρατάει τις λεπτομέρειες της πρώτης συνομιλίας μαζί της σχετικά με τη διάγνωσή της, λέγοντας ότι αν οι φίλοι και η οικογένειά της είχαν ερωτήσεις, η ασθενής μπορούσε να τους δώσει την κασέτα. Ενθάρρυνε κάθε ασθενή να επιλέξει έναν/μια ειδικό- σύμβουλο και της πρόσφερε επιλογές αν χρειαζόταν.

Η γιατρός ενδιαφερόταν ιδιαίτερα να απομονώσει τα αίτια του καρκίνου του μαστού ώστε να τον πολεμήσει, καθώς δεν υπάρχει ξεκάθαρο αίτιο. Ανέπτυξε μια τεχνική για την ανάλυση των κυττάρων στους γαλακτοφόρους πόρους του μαστού ψάχνοντας για ενδείξεις ρίσκου ανάπτυξης καρκίνου, αλλά επειδή το τεστ είναι δύσκολο και ακριβό, δεν χρησιμοποιείται συχνά.

Η Σούζαν ήξερε ότι οι γυναίκες μπορούσαν να απορροφήσουν πολύπλοκες πληροφορίες για τον καρκίνο του μαστού και ότι το λαχταρούσαν. Τους έδωσε αυτό που ήθελαν και χρειάζονταν: τη δύναμη της γνώσης να καταλάβουν τι τους συνέβαινε, να ξέρουν τις σωστές ερωτήσεις που έπρεπε να κάνουν στους γιατρούς τους και να συνειδητοποιήσουν ότι είχαν κάθε δικαίωμα να το κάνουν. Η Σούζαν οδήγησε τους υποστηρικτές του Εθνικού Συνασπισμού για τον Καρκίνο του Μαστού (NBCC), στον κόσμο της επιστήμης, ως ουσιαστικούς συνομιλητές στο τραπέζι λήψης αποφάσεων για τη νόσο.

Ως ομοφυλόφιλη η Λαβ αμφισβήτησε τον ισχυρισμό ότι οι ομοφυλόφιλες γυναίκες έχουν αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού. «Μελέτες έχουν εντοπίσει ορισμένους από τους παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού σε όλους. Οποιοσδήποτε, στρέιτ ή ομοφυλόφιλος, έχει τους ίδιους παράγοντες κινδύνου», είπε στο The Advocate το 2007. «Δεν υπάρχει τίποτα που σε βάζει σε μεγαλύτερο κίνδυνο αν είσαι ομοφυλόφιλη».

Η Λαβ έγινε γιατρός αφού κλείστηκε για λίγο σε ένα μοναστήρι. Εκτός από την κλινική πράξη δίδαξε στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και στο UCLA. Βοήθησε στην ίδρυση του Εθνικού Συνασπισμού για τον Καρκίνο του Μαστού το 1991 και το 1995 έγινε διευθύντρια στο Ινστιτούτο Καρκίνου του Μαστού Santa Barbara, έναν ερευνητικό οργανισμό στην Καλιφόρνια, το οποίο είναι πλέον γνωστό ως το Ίδρυμα Dr. Susan Love για την έρευνα για τον καρκίνο του μαστού στο Δυτικό Χόλυγουντ.

 

 

Φωτογραφία: Dr. Suzan Love Foundation

Πηγή:dikaiologitika.gr